Εν μέσω «καύσωνα» στα τιμολόγια ρεύματος και αυξημένου ενεργειακού κόστους άρχισε η καταβολή των ποσών επιδότησης για επιχειρήσεις την Τρίτη 1 Ιουλίου. Η διαδικασία αφορά την αποζημίωση για το διάστημα κατανάλωσης από την 1η Δεκεμβρίου 2024 έως και τις 28 Φεβρουαρίου 2025, με την προθεσμία για τις υποβολές αιτήσεων να έχει παραταθεί έως τις 12 Ιουλίου, έπειτα από σχετικά αιτήματα επαγγελματικών ενώσεων.
Η επιδότηση στοχεύει στη μερική αντιστάθμιση των επιβαρύνσεων που προκάλεσαν οι κυμαινόμενες τιμές ενέργειας τον περασμένο χειμώνα. Μέχρι την 1η Ιουλίου είχαν ήδη υποβληθεί 165.881 αιτήσεις, εκ των οποίων 157.820 κρίθηκαν επιτυχείς, 2.393 απορρίφθηκαν, ενώ 5.668 παραμένουν σε εκκρεμότητα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΔΕΔΔΗΕ.
Το μέτρο εφαρμόστηκε για πρώτη φορά αποκλειστικά για νοικοκυριά το φθινόπωρο του 2021, όταν στην αγορά της ενέργειας είχε επέλθει πληθωριστικό σοκ εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία. Η επιδότηση για τις επιχειρήσεις, αν και εξαρχής ήταν αίτημα των φορέων της αγοράς, αποφασίστηκε πολύ αργότερα, με την ηλεκτρονική πλατφόρμα να ανοίγει μόλις τον Μάιο του 2025.
Με σαφή ταξινόμηση, ανάλογα με τον ετήσιο τζίρο και τη δραστηριότητα, το σχήμα επιδότησης ρεύματος για τις επιχειρήσεις περιλαμβάνει τέσσερις κατηγορίες δικαιούχων, οι οποίοι ενισχύονται με διαφορετικά ποσοστά και ύψος επιδότησης.
Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται επιχειρήσεις που είχαν ακαθάριστα έσοδα έως 500.000 ευρώ το 2023. Η επιδότηση για την κατηγορία αυτή είναι 0,02 ευρώ/kWh και καλύπτει το 100% της κατανάλωσης.
Στη δεύτερη κατηγορία υπάγονται όσες επιχειρήσεις δήλωσαν ακαθάριστα έσοδα άνω των 500.000 ευρώ και έως 1 εκατ. ευρώ για το ίδιο φορολογικό έτος. Η επιδότηση παραμένει στα 0,02 ευρώ/kWh, αλλά καλύπτει μόνο το 80% της κατανάλωσης.
Η τρίτη κατηγορία αφορά επιχειρήσεις με έσοδα μεταξύ 1 εκατ. και 10 εκατ. ευρώ. Και εδώ η επιδότηση ανέρχεται στα 0,02 ευρώ/kWh, αλλά εφαρμόζεται στο 60% της συνολικής κατανάλωσης.
Τέλος, στην τέταρτη κατηγορία εντάσσονται επιχειρήσεις ανεξαρτήτως επιπέδου εσόδων (έως 10 εκατ. ευρώ), υπό την προϋπόθεση ότι διαθέτουν κύριο ΚΑΔ που σχετίζεται με δραστηριότητες αρτοποιίας, ζαχαροπλαστικής ή καθαριστηρίων. Γι’ αυτές η επιδότηση είναι διπλάσια, δηλαδή 0,04 ευρώ/kWh, και καλύπτει ολόκληρη την κατανάλωση.
Την ίδια ώρα το ενεργειακό κόστος εξακολουθεί να προβληματίζει, καθώς οι τιμές ρεύματος για τον Ιούλιο αυξήθηκαν έως και κατά 15% σε σχέση με τον Ιούνιο, όπως προκύπτει από τη σύγκριση των τιμολογίων που ανακοίνωσαν οι πάροχοι. Ειδικότερα, η μέση τιμή χονδρικής ενέργειας τον Ιούνιο κινήθηκε κοντά στα 81 ευρώ ανά MWh, ενώ για τον Ιούλιο προβλέπεται να ξεπεράσει τα 100 ευρώ/MWh, σημειώνοντας άνοδο άνω του 25% μέσα σε έναν μήνα. Οι αυξήσεις αυτές αποδίδονται τόσο στην υψηλή ζήτηση λόγω θερμοκρασιών όσο και στη διατήρηση υψηλών τιμών φυσικού αερίου, που επηρεάζει το συνολικό κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Παρότι στην υπόλοιπη Ευρώπη η χονδρική τιμή παρουσίασε μείωση κατά 3,6%, στην Ελλάδα οι τιμές των κυμαινόμενων τιμολογίων αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 7%, με τα πράσινα τιμολόγια να ξεπερνούν το 0,12 ευρώ/kWh. Η απόκλιση αυτή εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις, αφού, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, η ενέργεια συνεισέφερε σχεδόν μισή ποσοστιαία μονάδα στην άνοδο του πληθωρισμού στη χώρα τον Ιούνιο, ο οποίος σκαρφάλωσε στο 2,5%.
Το ενεργειακό κόστος εξακολουθεί να αποτελεί έναν από τους βασικούς πονοκεφάλους της επιχειρηματικής κοινότητας, ειδικά για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Η επιδότηση της περιόδου Δεκεμβρίου – Φεβρουαρίου λειτουργεί ως μικρή ένεση ρευστότητας, όμως η άνοδος των τιμών εν μέσω θέρους και η απουσία μέτρων για το τρίτο τρίμηνο αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο νέας πίεσης στις ταμειακές ροές.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (ΦΥΛΛΟ 4/7/2025)