Η Αυστραλία ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα ότι θα αναγνωρίσει επίσημα την χρήση των ψυχεδελικών ουσιών MDMA (μεθυλοενδοξυμεθαμφεταμίνη) και ψιλοκυβίνη (ουσία που επριέχουν τα παραισθησιογόνα μανιτάρια) ως ιατρικές θεραπείες για καταστάσεις όπως το μετατραυματικού στρες (PTSD), η κατάθλιψη, ο αλκοολισμός και οι διατροφικές διαταραχές.
Το μέτρο τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιουλίου, σύμφωνα με ανακοίνωση που εξέδωσε η Αρχή Θεραπευτικών Αγαθών (TGA) και μετέδωσαν τα αυστραλιανά μέσα ενημέρωσης, η οποία αναφέρει ότι επιτρέπει τη συνταγογράφηση και των δύο ουσιών από “ψυχιάτρους ειδικά εξουσιοδοτημένους για τη θεραπεία ορισμένων ψυχικών ασθενειών”.
Στη σχετική ανακοίνωση, η TGA αναφέρει ότι «αναγνωρίζει την τρέχουσα έλλειψη επιλογών για ασθενείς με συγκεκριμένες επίμονες ψυχικές ασθένειες». Πρόσθεσε ότι η απόφαση «σημαίνει ότι η ψιλοκυβίνη και το MDMA μπορούν να χρησιμοποιηθούν θεραπευτικά σε ελεγχόμενο ιατρικό περιβάλλον».
Παρ’ όλα αυτά η TGA δεν έχει ακόμη εγκρίνει επίσημα καμία από τις θεραπείες. Αυτή τη στιγμή, θεωρούνται «μη εγκεκριμένα» φαρμακευτικά μέσα – και πολλά ερωτήματα παραμένουν γύρω από την έρευνα και τις δοκιμές τους. Η δήλωση καθιστά σαφές ότι οι θεραπείες που βασίζονται σε αυτές τις ναρκωτικές ουσίες θα είναι διαθέσιμες σε περιορισμένο πελατολόγιο.
Ουσιατσικά, αν και δεν υπάρχουν εγκεκριμένα προϊόντα που να περιέχουν οποιαδήποτε από αυτές τις ουσίες στην αυστραλιανή αγορά, η TGA θα επιτρέψει στους ψυχιάτρους που είναι εξουσιοδοτημένοι να τις συνταγογραφούν να αγοράζουν νόμιμα “μη εγκεκριμένα φάρμακα” που τις περιέχουν.
Σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ του Euronews, παρά το στίγμα που συνοδεύει τα ψυχοδραστικά ναρκωτικά και την τεχνικά παράνομη κατάστασή τους στις περισσότερες χώρες σε όλο τον κόσμο, τα τελευταία χρόνια έχει υπάρξει σημαντική ποσότηταερευνητικής εργασίας για τα πιθανά οφέλη τους.
Σύμφωνα με τον David Badcock, Διευθύνοντα Σύμβουλο της Βρεταννικής Drug Science, μετά την ανακοίνωση από την Αυστραλία, το μέλλον φαίνεται πιο λαμπρό για την έγκριση τέτοιων θεραπειών σε άλλες χώρες και πιθανότατα και στην Ευρώπη.
«Τα τελευταία 10 περίπου χρόνια έχει υπάρξει μια τεράστια επανεμφάνιση έρευνας στο πεδίο», εξήγησε. «Υπάρχει μια αυξανόμενη κατανόηση μεταξύ της ιατρικής κοινότητας για τα οφέλη από θεραπείες όπως αυτή. Ελπίζω ότι αυτή είναι η πρώτη θετική αλλαγή ανάμεσα σε πολλές».