ημαντικά στοιχεία για τη δημογραφική σύνθεση και τις συνθήκες διαβίωσης των παιδιών στην Ελλάδα έφερε στο φως πρόσφατη έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), η οποία αφορά στο έτος 2024 (εισοδήματα 2023). Σύμφωνα με τα ευρήματα, το 10,5% του πληθυσμού της χώρας, ήτοι 1.073.432 παιδιά, ανήκει στην ηλικιακή ομάδα 0-12 ετών.
Η έρευνα αποκαλύπτει επίσης ότι αυτά τα παιδιά διαβιούν σε 715.420 νοικοκυριά, τα οποία αποτελούν το 16,6% του συνόλου των νοικοκυριών στην Ελλάδα. Τα στοιχεία αυτά σκιαγραφούν την παρουσία και την κατανομή του παιδικού πληθυσμού στην κοινωνική δομή της χώρας.
Η ενδελεχής έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ δεν περιορίστηκε στην καταγραφή των δημογραφικών στοιχείων, αλλά επεκτάθηκε στην εξέταση κρίσιμων πτυχών που επηρεάζουν την καθημερινότητα και την ευημερία των πολιτών. Συγκεκριμένα, η έρευνα εστίασε στην πρόσβαση σε ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών, όπως:
Φροντίδα παιδιών
Φροντίδα κατ’ οίκον για άτομα με χρόνιες παθήσεις, αναπηρίες ή ηλικιωμένους
Πρόσβαση στα μέσα μαζικής μεταφοράς
Πρόσβαση σε επιδόματα ανεργίας και ασθενείας
Εμπειρίες αρνητικής διακριτικής μεταχείρισης κατά την αλληλεπίδραση με δημόσιες υπηρεσίες, εκπαιδευτικά ιδρύματα, στην προσπάθεια ενοικίασης ή αγοράς κατοικίας, καθώς και σε δημόσιους χώρους.
Σύμφωνα επίσης με την έρευνα:
*Το 75,1% του πληθυσμού σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 12 ετών και κάνει χρήση υπηρεσιών φροντίδας/φύλαξης για τις οποίες πρέπει να καταβληθεί κάποιο αντίτιμο από το νοικοκυριό, δηλώνει κάποιου βαθμού δυσκολία στην κάλυψη του σχετικού κόστους, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον φτωχό πληθυσμό με αυτά τα χαρακτηριστικά ανέρχεται σε 100%.
*Το 10,8% του πληθυσμού σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 12 ετών και κάνει χρήση υπηρεσιών φροντίδας/φύλαξης, πληρώνει ή συμβάλλει στο κόστος παροχής υπηρεσιών φροντίδας.
*Το 6,4% του πληθυσμού, θα επιθυμούσε είτε να κάνει χρήση υπηρεσιών φροντίδας/φύλαξης (για τις περιπτώσεις που κανένα παιδί δε συμμετέχει σε σχετικό πρόγραμμα) είτε να αυξήσει τη χρήση που κάνει. Ο κυριότερος λόγος είτε για μη χρήση είτε για μειωμένη χρήση υπηρεσιών φροντίδας/φύλαξης είναι η οικονομική δυσκολία ανταπόκρισης στο σχετικό κόστος (54,5%), ακολουθούμενος από τη μη διαθεσιμότητα της υπηρεσίας (13,6%).
Φροντίδα κατ’ Οίκον:
*6% του πληθυσμού είναι σε νοικοκυριά στα οποία υπάρχει/ουν ένα ή περισσότερα μέλος/η που έχει/ουν την ανάγκη παροχής υπηρεσιών φροντίδας ή στήριξης κατ’ οίκον λόγω χρόνιου προβλήματος σωματικής ή νοητικής υγείας, αναπηρίας ή γηρατειών.
Για τις υπηρεσίες φροντίδας κατ’ οίκον που παρέχονται σε επαγγελματική βάση αναφέρονται τα εξής:
*Το 16% του πληθυσμού που είναι σε νοικοκυριά που έχουν ένα, τουλάχιστον, μέλος με ανάγκη παροχής φροντίδας κατ’ οίκον, χρησιμοποιεί υπηρεσίες φροντίδας κατ’ οίκον από επαγγελματίες υγείας ή άτομα τα οποία παρέχουν κοινωνικής φύσεως βοήθεια (μαγείρεμα, καθάρισμα κατοικίας, βοήθεια μετακίνησης, συντροφιά) έναντι αμοιβής.
*Το 66,5% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον μέλος που χρήζει και λαμβάνει υπηρεσίες φροντίδας κατ’ οίκον, καταβάλλει εξ’ ολοκλήρου ή μερικώς το κόστος των υπηρεσιών.
*Το 96,1% του ανωτέρω πληθυσμού δήλωσε ότι αντιμετωπίζει κάποιου βαθμού δυσκολία στην κάλυψη του σχετικού κόστους.
*Το 38,2% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον μέλος που χρήζει φροντίδας κατ’ οίκον από επαγγελματίες υγείας ή παροχής υπηρεσιών φροντίδας, δεν τη λαμβάνει ή τη λαμβάνει σε μικρότερο βαθμό από αυτόν που πραγματικά χρειάζεται.
*Ο κυριότερος λόγος εξαιτίας του οποίου μέλος/η του νοικοκυριού δεν λαμβάνει/ουν καθόλου ή στον απαιτούμενο βαθμό υπηρεσίες φροντίδας κατ’ οίκον από επαγγελματίες υγείας ή παροχής υπηρεσιών φροντίδας, ενώ τις χρειάζεται/ονται, είναι η οικονομική δυσκολία ανταπόκρισης στο σχετικό κόστος (70,9%), ακολουθούμενος από τη μη διαθεσιμότητα της υπηρεσίας (12%).
Πρόσβαση σε υπηρεσίες Μέσων Μαζικής Μεταφοράς και αρνητική διακριτική μεταχείριση:
*Το 6,7% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω χρησιμοποίησε τα μέσα μαζικής μεταφοράς καθημερινά κατά τους τελευταίους δώδεκα μήνες, ενώ το 61,3% ποτέ.
*Ο κυριότερος λόγος μη χρήσης των μέσων μαζικής μεταφοράς είναι ότι οι μετακινήσεις γίνονται με ιδιωτικό μέσο μεταφοράς ή με τα πόδια (84,0% και περιλαμβάνεται στο “‘Αλλος λόγος”).
*Το 2,6% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω, κατά τους τελευταίους 12 μήνες, στην επικοινωνία του- αυτοπροσώπως, μέσω τηλεφώνου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου- με δημόσια υπηρεσία αισθάνθηκε αρνητική διακριτική μεταχείριση.
*Το 1% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 5 ετών, στην προσπάθειά του να νοικιάσει ή να αγοράσει κατοικία (σπίτι ή διαμέρισμα) αισθάνθηκε αρνητική διακριτική μεταχείριση.
*Το 0,5% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω, κατά τους τελευταίους 12 μήνες, στην επικοινωνία του- αυτοπροσώπως, μέσω τηλεφώνου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου- με κάποιο εκπαιδευτικό ίδρυμα (σχολείο, κολέγιο ή πανεπιστήμιο) είτε ως γονέας/κηδεμόνας είτε ως εκπαιδευόμενος αισθάνθηκε αρνητική διακριτική μεταχείριση.
*Το 1,8% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω, κατά τους τελευταίους 12 μήνες, αισθάνθηκε αρνητική διακριτική μεταχείριση σε δημόσιο χώρο, όπως κατάστημα, καφετέρια ή εστιατόριο, εγκαταστάσεις αναψυχής, αθλητικές εγκαταστάσεις κ.λπ..
*Το 64,7% των εργαζομένων, αν έχαναν την εργασία τους, θα είχαν το δικαίωμα να λάβουν επιδόματα ανεργίας, ενώ το 26,7% δεν έχουν αυτό το δικαίωμα και το 8,6% δεν γνωρίζουν.
*Το 78,1% των εργαζομένων, αν δεν μπορούσαν να εργαστούν λόγω ασθενείας ή ατυχήματος, θα είχαν το δικαίωμα να λάβουν σχετικά επιδόματα, ενώ το 11,7% δεν έχουν αυτό το δικαίωμα και το 10,2% δεν γνωρίζουν.