Θύελλα αντιδράσεων για την προκήρυξη στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο

Πλήθος αντιδράσεων έχει ξεσηκώσει η προκήρυξη για μέλη Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΣΕΠ) του Ανοιχτού Πανεπιστημίου για τα ακαδημαϊκά έτη 2017 – 2020.

 

Όπως καταγγέλλει ο σύλλογος διδασκόντων του ΕΑΠ, ένα από τα κριτήρια είναι η αρνητική μοριοδότηση υποψηφίων που έχουν διδάξει ξανά στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, οι οποίοι για κάθε έτος διδασκαλίας χάνουν μία μονάδα! Αντίστοιχα, πριμοδοτούνται με 20 μονάδες υποψήφιοι που δεν είχαν ποτέ ξανά σχέση με το ίδρυμα. Επίσης, ο σύλλογος αναφέρει χαρακτηριστικά πως ορίζεται «κριτήριο διαθεσιμότητας», του πόσο «έτοιμος» είναι δηλαδή κάποιος να προσφέρει τις υπηρεσίες του.

 

Η συγκεκριμένη Προκήρυξη  αφορά Μέλη ΣΕΠ των 6 Προπτυχιακών και 27 Μεταπτυχιακών Προγραμμάτων Σπουδών του ΕΑΠ που λειτουργούν με ετήσιες Θεματικές Ενότητες.

 

Ο όρος της αρνητικής μοριοδότησης, «συνιστά ένα απαράδεκτο και άδικο “τιμωρητικό” αντικίνητρο για τους υποψήφιους που για χρόνια έχουν προσφέρει διδακτικό έργο στο ΕΑΠ και έχουν συντελέσει στην ανάπτυξη των θεματικών ενοτήτων και του προσφερόμενου διδακτικού υλικού. (Ας σημειωθεί πως η “αρνητική μοριοδότηση” στο Δημόσιο συνδέεται μόνο με “πειθαρχικές ποινές” και όχι με προσόντα γνώσης και εμπειρίας). Υπογραμμίζεται μάλιστα ότι ανάμεσα σε εκείνους που πλήττονται περισσότερο είναι εκείνοι οι ΣΕΠ, οι οποίοι για χρόνια έχουν ως μόνη κύρια εργασία το ΕΑΠ και που ενδέχεται ξαφνικά να βρεθούν άνεργοι», σημειώνει ο σύλλογος.

 

Για το θέμα κατέθεσε ερώτηση προς τον υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου ο βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Θεόδωρος Παπαθεοδώρου, που σημειώνει πως «Τα παραπάνω κριτήρια παραβιάζουν κάθε έννοια Δικαιοσύνης, ισονομίας, ακαδημαϊκής αξιοκρατίας και ισότητας της κρίσης. Αποκαλύπτουν δε, την πρόθεση της Διοικούσας Επιτροπής για “μαζικές εκκαθαρίσεις” υποψηφιοτήτων, κατά την διαδικασία αξιολόγησης».

 

Η ερώτηση του κ. Παπαθεοδώρου

 

«Η προκήρυξη για την επιλογή  των Μελών ΣΕΠ στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο για την περίοδο 2017-2020 εμπεριέχει για πρώτη φορά κριτήρια προδήλως αντισυνταγματικά, αυθαίρετα και ξένα ως προς την αναγκαία ακαδημαϊκή αξιολόγηση των υποψηφίων. Συγκεκριμένα, για πρώτη φορά εισάγεται το ασαφές κριτήριο της “διαθεσιμότητας”, σύμφωνα με το οποίο ο υποψήφιος καλείται να αιτιολογήσει την διαθεσιμότητα του, να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο ΕΑΠ, σε συνάρτηση με την κύρια επαγγελματική ιδιότητα και τις άλλες επαγγελματικές δραστηριότητες και δεσμεύσεις του.

 

Επίσης για πρώτη φορά εισάγεται προς αξιολόγηση το κριτήριο της αρνητικής μοριοδότησης για τους υποψηφίους που έχουν διατελέσει παλαιότερα μέλη ΣΕΠ, σύμφωνα με το οποίο αφαιρείται από τον υποψήφιο μία μονάδα για κάθε έτος προηγούμενης συνεργασίας του με το ΕΑΠ. Αντίστοιχα, προστίθενται είκοσι μόρια σε Υποψήφιους που δεν είχαν ποτέ προσληφθεί στο ΕΑΠ. Τα παραπάνω κριτήρια παραβιάζουν κάθε έννοια Δικαιοσύνης, ισονομίας, ακαδημαϊκής αξιοκρατίας και ισότητας της κρίσης. Αποκαλύπτουν δε, την πρόθεση της Διοικούσας Επιτροπής για «μαζικές εκκαθαρίσεις» υποψηφιοτήτων, κατά την διαδικασία αξιολόγησης.

 

Η πολιτική χειραγώγηση του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου συνεχίζεται πλέον απροκάλυπτα, απομειώνοντας το ακαδημαϊκό κύρος του Ιδρύματος και θέτοντας σε κίνδυνο την λειτουργία και την ποιότητα των παρεχόμενων στους φοιτητές  Προγραμμάτων Σπουδών.

 

Ερωτάται ο κ. Υπουργός:

 

Προτίθεται να ζητήσει άμεσα από την Διοικούσα Επιτροπή του ΕΑΠ τον επαναπροσδιορισμό των κριτηρίων επιλογής των υποψηφίων, ιδιαίτερα όταν η προθεσμία υποβολής υποψηφιοτήτων διαρκεί από σήμερα 6-3-2017 μέχρι 7-4-2017;
Τι προτίθεται να πράξει για την αποκατάσταση της ακαδημαϊκής αξιοκρατίας στο Ίδρυμα»;

 

Η ανακοίνωση του συλλόγου διδασκόντων

 

Αναφορικά με την Προκήρυξη θέσεων μελών Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού 2017-2020

 

Η νέα προκήρυξη θέσεων Μελών Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού 2017-2020 του ΕΑΠ, που αναρτήθηκε επίσημα στη Διαύγεια στις 4.3.2017, όχι μόνο έρχεται σε αντίθεση με τις τελευταίες δημόσιες δηλώσεις των υπευθύνων για αναβάθμιση του ακαδημαϊκού ρόλου του, αλλά θέτει και σοβαρότατα ζητήματα νομικά, υιοθετώντας κριτήρια αξιολόγησης διάτρητα και αντισυνταγματικά, τα οποία εύκολα προσβάλλονται νομικά.

 

Ήδη από την περσινή ακαδημαϊκή χρονιά η ΔΕ του ΕΑΠ διακηρύσσει ως κύριο προγραμματικό στόχο της την ακαδημαϊκή αναβάθμιση του Ιδρύματος και την ανανέωση των Προγραμμάτων Σπουδών. Βασική προϋπόθεση για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι η στελέχωση του ΕΑΠ με εκπαιδευτικούς λειτουργούς εγνωσμένων ακαδημαϊκών προσόντων. Τα δημοσιευμένα κριτήρια αξιολόγησης των υποψηφίων μελών ΣΕΠ για την τριετία 2017-2020, τα οποία βρίσκονται σε καταφανή αντίθεση με τις προτάσεις που  κατατέθηκαν από τα ίδια τα ακαδημαϊκά όργανα του ΕΑΠ αλλά και τις προτάσεις του Συλλόγου Διδασκόντων του ΕΑΠ, δεν υπηρετούν τον παραπάνω στόχο. Όχι μόνο δεν ανταποκρίνονται σε κανένα από τα καθιερωμένα συστήματα και μοντέλα ακαδημαϊκής αξιολόγησης για την επιλογή εκπαιδευτικού προσωπικού, αλλά και πλήττουν την ίδια την αποτελεσματικότητα και το κύρος της αξιολόγησης, δημιουργώντας την εικόνα μιας «ευκαιριακής» επιλογής των μελών ΣΕΠ, σε μια κρίσιμη στιγμή ακαδημαϊκής αναμόρφωσης του ΕΑΠ. Η εφαρμογή τέτοιου είδους πολιτικών θίγει το εκπαιδευτικό έργο και την ακαδημαϊκή αξιοπιστία του ΕΑΠ και συντελεί στην, ευκταία από κάποιους, μετατροπή του από Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα σε Ίδρυμα Τεχνικής Κατάρτισης.

 

Πιο συγκεκριμένα:

 

Η νέα Προκήρυξη εισάγει ένα αντιφατικό σύστημα αξιολόγησης, το οποίο εμπεριέχει ένα μείγμα «θετικής» και «αρνητικής» μοριοδότησης, με εμφανή σύγχυση στον προσανατολισμό και τους στόχους της στελέχωσης του εκπαιδευτικού δυναμικού του ΕΑΠ. Για παράδειγμα, η εμπειρία στην Α.Εξ.ΑΕ μοριοδοτείται θετικά, συγχρόνως όμως μοριοδοτείται αρνητικά η προϋπηρεσία στο ΕΑΠ. Η διαθεσιμότητα μοριοδοτείται θετικά, αλλά η αποκλειστική πρότερη εργασία στο ίδιο το Ίδρυμα μοριοδοτείται αρνητικά κ.ο.κ.

 

Ειδικότερα το κριτήριο της “Ανανέωσης του Συνεργαζόμενου Εκπαιδευτικού Προσωπικού του ΕΑΠ”, δηλαδή της αρνητικής μοριοδότησης της προϋπηρεσίας στο ΕΑΠ, πέραν του ότι είναι διάτρητο, καθώς παραβιάζει βασικές συνταγματικές αρχές, αντίκειται στα κριτήρια αξιολόγησης του ανθρώπινου δυναμικού όλων των υπολοίπων ΑΕΙ της χώρας αλλά και του ευρύτερου δημόσιου ή ιδιωτικού εργασιακού χώρου εν γένει. Επιπλέον συνιστά ένα απαράδεκτο και άδικο «τιμωρητικό» αντικίνητρο για τους υποψήφιους που για χρόνια έχουν προσφέρει διδακτικό έργο στο ΕΑΠ και έχουν συντελέσει στην ανάπτυξη των θεματικών ενοτήτων και του προσφερόμενου διδακτικού υλικού. (Ας σημειωθεί πως η «αρνητική μοριοδότηση» στο Δημόσιο συνδέεται μόνο με «πειθαρχικές ποινές» και όχι με προσόντα γνώσης και εμπειρίας). Υπογραμμίζεται μάλιστα ότι ανάμεσα σε εκείνους που πλήττονται περισσότερο είναι εκείνοι οι ΣΕΠ, οι οποίοι για χρόνια έχουν ως μόνη κύρια εργασία το ΕΑΠ και που ενδέχεται ξαφνικά να βρεθούν άνεργοι.

 

Ως προς το κριτήριο της διαθεσιμότητας που εισάγεται, ο ΣΔΕΑΠ θεωρεί θεμιτή και δίκαιη την ενίσχυση τόσο των νέων επιστημόνων όσο και των επιστημόνων που δεν έχουν κάποια κύρια απασχόληση, με την προϋπόθεση ότι δεν θίγει τα ίδια τα ακαδημαϊκά κριτήρια, γίνεται με έγκυρο και αδιάβλητο τρόπο. Εντούτοις ο τρόπος με τον οποίο περιγράφεται η έννοια της διαθεσιμότητας στην προκήρυξη είναι εξαιρετικά ασαφής, καθώς δεν προσδιορίζονται οι συγκεκριμένες διαφορετικές κατηγορίες εργασιακής σχέσης, ούτε γίνεται αναλυτική ποσοτικοποίηση τους, και ως εκ τούτου ενέχει μεγάλη πιθανότητα καταχρηστικής ερμηνείας. Η πιθανότητα αυτή ενισχύεται από τη στιγμή που δεν προσδιορίζεται στην προκήρυξη ένας έγκυρος τρόπος πιστοποίησης της διαθεσιμότητας, καθώς αυτή προκύπτει σύμφωνα με δήλωση του ίδιου του ΣΕΠ για ανάληψη καθηκόντων από το ΕΑΠ, και συνοδεύεται από αδόκιμες διαδικασίες εξακρίβωσης με προφορικές συνεντεύξεις, που αφορούν μελλοντικούς σχεδιασμούς και πιθανές εργασιακές δεσμεύσεις.

 

Η προκήρυξη περιέχει όμως και μια σειρά άλλων αντιφάσεων. Παραδείγματος χάριν, εάν στόχος του ΕΑΠ είναι η «ανανέωση του συνεργαζόμενου εκπαιδευτικού προσωπικού» και η στελέχωσή του με νέους επιστήμονες, ποιους και τι ακριβώς εξυπηρετεί το να λαμβάνεται υπόψη το διδακτικό, ερευνητικό και συγγραφικό έργο της τελευταίας δεκαετίας και όχι της τελευταίας πενταετίας, όπως ίσχυε μέχρι τώρα; Γιατί τα αποτελέσματα της εσωτερικής αξιολόγησης έχουν τόσο χαμηλή μοριοδότηση, η οποία επιπλέον μηδενίζεται τελείως, εφόσον δεν προσαυξάνει καθόλου τη μοριοδότηση έναντι των νέων υποψηφίων;

 

Από την πλευρά του ο ΣΔΕΑΠ είχε προτείνει την καθαρή λύση μιας δίκαιης ποσόστωσης υπέρ των επιστημόνων που δεν έχουν κάποια άλλη σταθερή σχέση εργασίας με ακαδημαϊκά, αντικειμενικά και γι’ αυτό έναντι πάντων  αδιάβλητα κριτήρια.

 

Ο ΣΔΕΑΠ αντιτίθεται στη μετατροπή των ΣΕΠ σε ευκαιριακούς, αναλώσιμους και εργασιακά ανασφαλείς εκπαιδευτικούς λειτουργούς υπό καθεστώς ελαστικών μορφών απασχόλησης, καθώς και στο σχέδιο μετατροπής του ΕΑΠ σε ΙΕΚ που θα λειτουργεί με όρους ιδιωτικής εταιρείας και θα προσλαμβάνει αντί πινακίου φακής «ασκουμένους» δήθεν «εργολάβους» με συμβάσεις «έργου» και μπλοκάκια αντί εξαρτημένης εργασίας, παρά τις προεκλογικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης για την κατάργησή τους.

 

Για τους παραπάνω λόγους ο ΣΔΕΑΠ απαιτεί την άμεση απόσυρση της προκήρυξης και τη σύνταξη νέας με ακαδημαϊκά και δίκαια για όλους κριτήρια αξιολόγησης.

- Διαφήμιση -

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ