Αύξηση 8% στην κατανάλωση από πέρσι. Τι αναφέρει στην «DEALnews» ο ιδιοκτήτης και εκ των διαχειριστών της εταιρίας Γιάννης Βαρβαγιάννης για τα καινούργια επιχειρηματικά σχέδια
Του ΜΙΧΑΛΗ ΚΟΣΜΕΤΑΤΟΥ
Το παραδοσιακό ελληνικό ούζο είναι από τα ποτά που η κατανάλωσή του ανεβαίνει σημαντικά τους καλοκαιρινούς μήνες όχι μόνο από τους ντόπιους, αλλά και από τους ξένους επισκέπτες.
Από τα πιο γνωστά brands του «εθνικού ποτού» της Ελλάδας θεωρείται το Ούζο Βαρβαγιάννη, η προτίμηση του καταναλωτικού κοινού στο οποίο αυξήθηκε από πέρσι μέχρι φέτος κατά 8%, σύμφωνα με στοιχεία από την εταιρία, ποσοστό διόλου ευκαταφρόνητο, αν αναλογιστεί κανείς τον ανταγωνισμό που υπάρχει στην αγορά.
Πόσο μάλλον, δε, όταν το καλοκαίρι δεν βρίσκεται ακόμα ούτε στη… μέση του και οι τουριστικές ροές από το εξωτερικό προς τη χώρα οδεύουν προς ένα νέο ρεκόρ αφίξεων. Αν συνεκτιμηθούν και οι αυξανόμενες, επίσης, εξαγωγές του προϊόντος σε δεκάδες άλλες χώρες, είναι αναμενόμενο η διοίκηση της επιχείρησης που παράγει το Ούζο Βαρβαγιάννη να θέτει στα άμεσα πλάνα της την ενίσχυση της παραγωγής της.
Η δημιουργία ενός νέου εργοστασίου στην Ελλάδα σήμερα σίγουρα αποτελεί είδηση, με δεδομένα τα προβλήματα της βιομηχανίας και γενικότερα του μεταποιητικού κλάδου, όπως είναι κυρίως τα υπέρογκα ενεργειακά, λειτουργικά και άλλα κόστη. Σε πρώτη φάση θα υπάρξει μια επένδυση 1,2 εκατ. ευρώ στο Πλωμάρι Λέσβου και ο χρόνος μετρά πλέον αντίστροφα για την κατασκευή της νέας μονάδας παραγωγής ούζου…
«Από το 1860 μέχρι σήμερα το Ούζο Βαρβαγιάννη παραμένει ένα εμβληματικό ελληνικό προϊόν, με ρίζες στην παράδοση, πίστη στην ποιότητα και όραμα για το μέλλον. Σήμερα η νέα γενιά, επτά ξαδέρφια από την ίδια οικογένεια, συνεχίζουν με σεβασμό και όρεξη την πορεία που χάραξαν οι πρόγονοί τους. Μια πορεία γεμάτη αρώματα γλυκάνισου, όνειρα και επιμονή» αναφέρει στην «DEALnews» ο Γιάννης Βαρβαγιάννης, ιδιοκτήτης και εκ των διαχειριστών της ελληνικής επιχείρησης που παράγει και εμπορεύεται το Ούζο Βαρβαγιάννη, και στη συνέχεια μας μιλά για τις ισχυρές βάσεις που έχουν τεθεί σε αυτήν, τον απολογισμό της προηγούμενης χρήσης και τους νέους στόχους της: «Το 2024 αποτέλεσε μια χρονιά προκλήσεων αλλά και προόδου για το Ούζο Βαρβαγιάννη. Παρά τις πιέσεις από την ενεργειακή κρίση και τις αυξήσεις πρώτων υλών, η εταιρία κατάφερε να διατηρήσει υγιείς οικονομικές επιδόσεις. Η εξαγωγική δραστηριότητα παρουσίασε σταθερή ανοδική τάση, με βασικές αγορές τις ΗΠΑ, τη Γερμανία και την Αυστραλία. Η εγχώρια αγορά σημείωσε επίσης άνοδο, ιδίως στον τουριστικό τομέα, κάτι που ενίσχυσε την τοποθέτηση του προϊόντος σε premium χώρους εστίασης.
Η εταιρία, με σύγχρονα εργαλεία οικονομικής διαχείρισης και σταθερή προσήλωση στην ποιότητα, προχώρησε σε εξορθολογισμό δαπανών, χωρίς να γίνουν εκπτώσεις σε εργαζομένους ή πρώτη ύλη. Ενδεικτικά, η κερδοφορία παρέμεινε στα επίπεδα του 2023, ενώ η ρευστότητα ενισχύθηκε μέσω καλύτερης τιμολόγησης και επέκτασης σε νέες αγορές».
ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
Το 2025 αποτελεί έτος-ορόσημο για το Ούζο Βαρβαγιάννη, δηλώνει ο κ. Βαρβαγιάννης, καθώς συμπληρώνει 165 χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας στην εγχώρια και τις διεθνείς αγορές. Η εταιρία προχωρά στην υλοποίηση επένδυσης νέου εργοστασίου, όπως προαναφέρθηκε, με στόχο τον διπλασιασμό της παραγωγικής της ικανότητας. Η επένδυση, η οποία εντάχθηκε στον Αναπτυξιακό Νόμο, περιλαμβάνει αναβάθμιση τεχνολογικού εξοπλισμού, νέες γραμμές εμφιάλωσης και επενδύσεις σε βιώσιμες πρακτικές παραγωγής. Για να γίνουν αντιληπτά τα μεγέθη: Η σημερινή παραγωγική ικανότητα της εταιρίας είναι 60.000 κιβώτια / χρόνο. Η κατανάλωση, δε, του Ούζου Βαρβαγιάννη ανέρχεται σε 176.000 λίτρα στο εξωτερικό, σε 88.000 λίτρα στο νησί της Λέσβου και σε 324.000 λίτρα στην υπόλοιπη Ελλάδα. Αν αναλογιστεί κανείς ότι τα διαθέσιμα στοιχεία από άλλες πηγές δείχνουν ότι το ούζο αντιπροσωπεύει πάνω από το 60% των αλκοολούχων ποτών που παρασκευάζονται στην Ελλάδα, με την εγχώρια κατανάλωσή του να υπολογίζεται πάνω από 6 εκατ. λίτρα ούζου, προκύπτει (ανεπίσημα) ένα ιδιαίτερα υψηλό μερίδιο αγοράς για το Ούζο Βαρβαγιάννη. Συνολικά, οι εξαγωγές αλκοολούχων ποτών υπερβαίνουν για την Ελλάδα το «φράγμα» των 100 εκατ. ευρώ και για το 2024 (σ.σ.: προσωρινά στοιχεία της Eurostat, που επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων και Αλκοολούχων Ποτών, ΣΕΑΟΠ).
ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΣΕ Ν. ΑΜΕΡΙΚΗ ΚΑΙ… ΙΡΑΚ
Η επιδίωξη ενός νέου «αναπτυξιακού άλματος» για το Ούζο Βαρβαγιάννη περιλαμβάνει, πέρα από τις νέες παραγωγικές επενδύσεις, την περαιτέρω ενδυνάμωση των εξαγωγών και την υλοποίηση νέων επιχειρηματικών σχεδίων. Η επέκταση του εξαγωγικού δικτύου της εταιρίας συνεχίζεται δε και στη Νότια Αμερική. Με περισσότερους από 45 σταθερούς πελάτες παγκοσμίως και παρουσία σε 25 χώρες, το Ούζο Βαρβαγιάννη αποτελεί πλέον σταθερή αναφορά για την ελληνική ποτοποιία, σχολιάζει ο Γιάννης Βαρβαγιάννης στην «DEALnews», ενώ επόμενη αγορά αναμένεται να είναι το Ιράκ, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν. Παράλληλα, μέσα από δράσεις που αναδεικνύουν τον ελληνικό πολιτισμό, η εταιρία επιδιώκει να καθιερώσει το ούζο ως διεθνές premium απόσταγμα. Στον επίλογό του ο Ελληνας επιχειρηματίας μιλά για «ποιότητα με υπογραφή» και για ένα «ούζο με DNA»: «Το Ούζο Βαρβαγιάννη ξεχωρίζει για τη σταθερότητα της ποιότητάς του. Η απόσταξη γίνεται με τον παραδοσιακό τρόπο, διατηρώντας τη μυστική συνταγή από γενιά σε γενιά. Ο γλυκάνισος, από την ευρύτερη περιοχή της Λέσβου, το καθαρό νερό από ιδιόκτητη πηγή και τα αρωματικά βότανα είναι τα θεμέλια του μοναδικού του χαρακτήρα. Οι διαφορετικοί τύποι ούζου που παράγει η εταιρία -από το απαλό “πράσινο” έως τον έντονο “Εύζωνα”- καλύπτουν τις γευστικές προτιμήσεις κάθε καταναλωτή».
Από την Οδησσό στο Πλωμάρι: Το όραμα έξι γενιών, η ιστορία 165 ετών
Πώς άρχισαν όλα: Ο προπάππους της οικογένειας, Ευστάθιος Βαρβαγιάννης, έφυγε κάποτε για την Οδησσό για να μάθει την τέχνη της απόσταξης και επέστρεψε στη Λέσβο, όπου παντρεύτηκε, δημιούργησε τη δική του οικογένεια και ταυτόχρονα εξέλιξε την επιχειρηματική του προσπάθεια, ιδρύοντας την ομώνυμη ποτοποιία. Από τότε και επί 165 χρόνια έξι γενιές συνεχίζουν με σεβασμό και δημιουργικότητα. Οι σημερινοί διαχειριστές, τα επτά πρώτα ξαδέρφια, έχουν αναλάβει ρόλους σε Αθήνα, Λέσβο και Θεσσαλονίκη, διαμορφώνοντας ένα δυναμικό και εξωστρεφές μοντέλο διοίκησης. Κάθε μέλος έχει δική του εξειδίκευση: από την παραγωγή και τις πωλήσεις, μέχρι την επικοινωνία και την έρευνα αγοράς.
ΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
Στο Πλωμάρι της Λέσβου λειτουργεί το πρώτο μουσείο ούζου στην Ελλάδα, ένας ζωντανός φορέας της ιστορίας του αποστάγματος. Ένα «ζωντανό αποστακτήριο μνήμης», όπως μας λέει ο Γιάννης Βαρβαγιάννης και περιγράφει ότι εκεί εκτίθενται αυθεντικοί άμβυκες, χειρόγραφα, φωτογραφίες και αντικείμενα που αναδεικνύουν τη μακρά ιστορία και τη συμβολή της ποτοποιίας Βαρβαγιάννη στην τοπική και την εθνική οικονομία. Η νέα γενιά βρίσκεται στο τιμόνι και στρέφει, σύμφωνα με τον κ. Βαρβαγιάννη, το βλέμμα στο μέλλον: «Η πέμπτη και η έκτη γενιά της οικογένειάς μας συνυπάρχουν αρμονικά κι έχουν ήδη αρχίσει να χτίζουν το αύριο της εταιρίας. Με ανοιχτές συνεργασίες και ενίσχυση της εξωστρέφειας, το Ούζο Βαρβαγιάννη συνεχίζει να γράφει ιστορία. Παράλληλα, φροντίζει να εμπνέει και να μεταδίδει στις επόμενες γενιές το ίδιο πάθος, τις ίδιες αξίες και το ίδιο μεράκι».
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (18 ΙΟΥΛΙΟΥ 2025)