Αβεβαιότητα, υψηλές τιμές και γεωπολιτικοί κίνδυνοι αναστέλλουν επενδύσεις στα ναυπηγεία
Περίπου ένα στα επτά ελληνόκτητα πλοία ταξιδεύει με ελληνική σημαία, ενώ για πρώτη φορά τους τελευταίους μήνες τα επιβατηγά πλοία ξεπέρασαν σε αριθμό τα ποντοπόρα πλοία που είναι εγγεγραμμένα στο εθνικό νηολόγιο. Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι περί τα 5.500 πλοία ανήκουν σε ελληνικών συμφερόντων εταιρίες και, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, τα φορτηγά πλοία και τα δεξαμενόπλοια με ελληνική σημαία είναι μόνο 758 πλοία. Το εντυπωσιακό είναι ότι τα επιβατηγά πλοία ανήλθαν πλέον σε 797, με τάση περαιτέρω αύξησης.
Ο ελληνικός στόλος τον μήνα Μάιο του τρέχοντος έτους, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα, αυξήθηκε κατά 15 πλοία, αλλά μειώθηκε κατά 1.281.595 κόρους. Τα πλοία με ελληνική σημαία άνω των 100 κόρων έφτασαν τα 1.838 και 35.105.595 κόρους, έναντι 1.823 και 36.387.482 κόρους τον Μάιο του 2024.
Ωστόσο, να επισημάνουμε ότι μέσα σε έναν χρόνο μειώθηκαν τα φορτηγά πλοία κατά έξι πλοία και έξι τα δεξαμενόπλοια. Με άλλα λόγια, τα ποντοπόρα πλοία μειώθηκαν κατά 12 πλοία. Ομως αυξήθηκαν τα επιβατηγά κατά 21 πλοία και κατά έξι τα διάφορα. Τον Μάιο του 2025 υπήρχαν 352 φορτηγά πλοία, 406 δεξαμενόπλοια, 797 επιβατηγά πλοία και 282 διάφορα πλοία.
Η Ελληνική Στατιστική Αρχή γνωστοποίησε ότι η δύναμη του ελληνικού εμπορικού στόλου τον μήνα Μάιο 2025, σε σύγκριση με την αντίστοιχη του Μαΐου 2024, παρουσίασε αύξηση κατά 0,8%. Αύξηση κατά 0,2% σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση του Μαΐου έτους 2024 προς τον Μάιο 2023.
Η ολική χωρητικότητα του ελληνικού εμπορικού στόλου από πλοία 100 ΚΟΧ και άνω παρουσίασε μείωση κατά 3,5% τον μήνα Μάιο 2025, σε σύγκριση με την αντίστοιχη χωρητικότητα του Μαΐου 2024. Μείωση 3,5% είχε σημειωθεί και κατά την αντίστοιχη σύγκριση του Μαΐου του έτους 2024 προς τον Μάιο 2023.
Συγκρατημένες παραγγελίες
Οι περιορισμένες θέσεις που υπάρχουν στα ναυπηγεία για την κατασκευή πλοίων, οι υψηλές τιμές, η αβεβαιότητα για τα μελλοντικά καύσιμα, καθώς και η γεωστρατηγική αστάθεια είναι οι λόγοι που οι Ελληνες εφοπλιστές περιορίζουν σε αυτή τη φάση τις παραγγελίες για νεότευκτα πλοία.
Σύμφωνα με τον ναυλομεσιτικό Οίκο Xclusiv, για την επόμενη τετραετία 2025-2028 οι Έλληνες εφοπλιστές έχουν σε εξέλιξη ναυπηγικά προγράμματα για κατασκευή 627 πλοίων.
Το πρώτο εξάμηνο του 2025 σηματοδότησε μια σαφή απόκλιση από την επιθετική δυναμική των νεότευκτων πλοίων που παρατηρήθηκε τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς οι ιδιοκτήτες σε όλους τους μεγάλους ναυτιλιακούς τομείς επιδεικνύουν μια πιο συγκρατημένη προσέγγιση στις παραγγελίες. Οπως τονίζουν οι αναλυτές του ναυλομεσιτικού Οίκου Xclusiv, αυτή η μετατόπιση είναι εμφανής στην έντονη πτώση των παγκόσμιων παραγγελιών νεότευκτων πλοίων στους τομείς των φορτηγών πλοίων, των δεξαμενόπλοιων και του φυσικού αερίου, με μόνο τον τομέα των εμπορευματοκιβωτίων να αντιτίθεται στην τάση.
Ενώ οι μακροοικονομικές και κανονιστικές αβεβαιότητες επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το κλίμα, ο κυρίαρχος παράγοντας φαίνεται να είναι η απογοητευτική πραγματικότητα των υψηλών τιμών και της υποαπόδοσης της αγοράς εμπορευματικών μεταφορών, επισημαίνουν οι αναλυτές της Xclusiv και προσθέτουν ότι τον τομέα των πλοίων χύδην ξηρού φορτίου οι πλοιοκτήτες φαίνεται να έχουν πατήσει δυνατά φρένο.
Από τον Ιανουάριο έως τον Ιούνιο καταγράφηκαν μόνο 76 συμβόλαια νεότευκτων πλοίων, απότομη μείωση από 355 κατά την ίδια περίοδο το 2024. Οι Ελληνες πλοιοκτήτες, παραδοσιακά κυρίαρχοι σε αυτόν τον χώρο, ουσιαστικά έχουν αποσυρθεί, κάνοντας μόνο τρεις παραγγελίες ξηρού φορτίου σε σύγκριση με 30 το προηγούμενο έτος. Αυτή η υποχώρηση δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένου του επίμονα αδύναμου περιβάλλοντος κερδών.
Ο δείκτης ξηρού φορτίου της Βαλτικής παραμένει αγκυροβολημένος κοντά σε πολυετή χαμηλά, πιεσμένος από την οικονομική υποαπόδοση της Κίνας και τη χλιαρή ζήτηση για βασικά προϊόντα όπως το σιδηρομετάλλευμα και ο άνθρακας. Εν τω μεταξύ, οι τιμές των νεότευκτων πλοίων παραμένουν υψηλές, αποθαρρύνοντας τις περαιτέρω επενδύσεις, ειδικά σε μια αγορά που ήδη επιβαρύνεται από την αυξανόμενη προσφορά στόλου. Με πάνω από 1.600 πλοία μεταφοράς χύδην φορτίου να έχουν προγραμματιστεί για παράδοση από το 2024 έως το 2027, οι πλοιοκτήτες πιθανότατα ζυγίζουν τον αυξανόμενο κίνδυνο υπερπροσφοράς σε μια αγορά με μικρή τιμολογιακή δύναμη.
Τα δεξαμενόπλοια
Ο τομέας των δεξαμενόπλοιων ακολουθεί μια παρόμοια, αν και πιο γεωπολιτικά φορτισμένη, αφήγηση. Οι παγκόσμιες παραγγελίες δεξαμενόπλοιων στο πρώτο εξάμηνο του 2025 μειώθηκαν κατά σχεδόν 80% σε ετήσια βάση, από 486 σε 102 μονάδες, με τις ελληνικές παραγγελίες να υποχωρούν από 100 σε 32. Ενώ αυτό αντικατοπτρίζει την ευρύτερη υποχώρηση του κλίματος, το τοπίο των δεξαμενόπλοιων παραμένει θολωμένο από αυξημένη μεταβλητότητα.
Τα κέρδη των δεξαμενόπλοιων μεταφοράς προϊόντων στον Ειρηνικό έχουν μειωθεί και οι συνεχείς διαταραχές στην Ερυθρά Θάλασσα, σε συνδυασμό με τους αυξανόμενους γεωπολιτικούς κινδύνους που αφορούν το Ιράν και την Ουκρανία, έχουν ρίξει μεγάλες σκιές στη σταθερότητα της αγοράς. Η κανονιστική ομίχλη γύρω από την απαλλαγή από τον άνθρακα επιδεινώνει περαιτέρω το ζήτημα. Χωρίς σαφή συναίνεση σχετικά με τις μελλοντικές τεχνολογίες πρόωσης και καυσίμων, πολλοί ιδιοκτήτες επιλέγουν να αναβάλουν τις κεφαλαιακές δεσμεύσεις μέχρι να προκύψει μεγαλύτερη σαφήνεια.
Στον τομέα του φυσικού αερίου, η επιβράδυνση είναι περισσότερο μια παύση, παρά μια υποχώρηση. Μετά την έκρηξη των νεότευκτων πλοίων LNG το 2023-24, λόγω της ξέφρενης διαφοροποίησης της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο, πολλοί ιδιοκτήτες απλώς αφομοιώνουν τις πρόσφατες επενδύσεις τους.
Μόνο 44 παραγγελίες για πλοία μεταφοράς φυσικού αερίου δόθηκαν παγκοσμίως το πρώτο εξάμηνο του 2025, από 158 το προηγούμενο έτος, με την ελληνική δραστηριότητα να μειώνεται σε μόλις πέντε μονάδες. Αλλά αυτή η επιβράδυνση μπορεί να οφείλεται τόσο στην περιορισμένη χωρητικότητα των ναυπηγείων όσο και στο επιφυλακτικό κλίμα.
Τα ναυπηγεία που ειδικεύονται στο LNG έχουν πλέον κρατήσεις για το 2028 και μετά, ωθώντας τα χρονοδιαγράμματα παράδοσης εκτός συγχρονισμού με τους εμπορικούς κύκλους.
Επιπλέον, τονίζουν οι αναλυτές της Xclusiv, η μειωμένη διαθεσιμότητα μακροπρόθεσμης κάλυψης ναύλωσης για νέα πλοία καθιστά ολοένα και πιο δύσκολο να δικαιολογηθούν οι κερδοσκοπικές επενδύσεις.
Ανάκαμψη στον τομέα των εμπορευματοκιβωτίων

Περιέργως, ο μόνος τομέας που παρουσίασε ανάπτυξη ήταν τα εμπορευματοκιβώτια. Οι παγκόσμιες παραγγελίες πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων αυξήθηκαν σε 201 το πρώτο εξάμηνο του 2025, από 170 πριν από έναν χρόνο, με τους Ελληνες ιδιοκτήτες να διπλασιάζουν τη συμμετοχή τους. Αυτό το ανανεωμένο ενδιαφέρον φαίνεται να αντικατοπτρίζει τόσο τις επιταγές της απαλλαγής από τον άνθρακα όσο και την έλλειψη σύγχρονων μεταχειρισμένων περιουσιακών στοιχείων, υπογραμμίζουν οι αναλυτές.
Οι ιδιοκτήτες δίνουν προτεραιότητα σε νεόδμητα πλοία διπλού καυσίμου, οικολογικά σχεδιασμένα, για να προστατεύσουν μελλοντικά τους στόλους τους από τις κανονιστικές αντιξοότητες. Οι αναλυτές της Xclusiv καταλήγουν ότι αυτή η ανάκαμψη υποστηρίζεται από τη διαθεσιμότητα χρονοθυρίδων παράδοσης για μονάδες τροφοδοσίας και μεσαίου μεγέθους, σε αντίθεση με τους τομείς του φυσικού αερίου και των δεξαμενόπλοιων, όπου εξακολουθούν να υπάρχουν σημεία συμφόρησης στα ναυπηγεία.
Χρηματοδοτική στήριξη από τις ελληνικές τράπεζες
Σημαντική αύξηση εμφανίζει η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών προς τις ελληνικές ναυτιλιακές εταιρίες, με ποσοστό 18%, μέσα σε ένα δωδεκάμηνο. Μέσα σε έναν χρόνο, από το 2023 έως το 2024, η χρηματοδότηση αυξήθηκε κατά 3 δισ. δολ. και από 15 δισ. δολ. το 2023 διαμορφώθηκε στα 18 δισ. δολ. το 2024.
Η Eurobank έχει δώσει δάνεια ύψους 4,6 δισ. δολ., η Τράπεζα Πειραιώς 4,5 δισ., η Εθνική Τράπεζα 4,2 δισ. και η Alpha Bank 4 δισ. δολ.
Συνολικά, η χρηματοδότηση των ελληνικών και ελληνόκτητων εταιριών ανήλθε στα 289,65 δισ. δολ. Το ποσό αυτό το έχουν δώσει 40 κορυφαίες τράπεζες. Η αύξηση της συνολικής χρηματοδότησης μέσα στο 2024 ήταν μόνο 2% σε σύγκριση με τα 284,27 δισ. δολ. που δόθηκαν το έτος 2023. Τα στοιχεία αυτά αναφέρονται στην ετήσια έρευνα της Petrofin.
Το μερίδιο αγοράς της Ελλάδας αυξήθηκε από 5,2% σε 6,1% στο συνολικό ποσό, ενώ τα χαρτοφυλάκια των γαλλικών, βελγικών και άλλων ευρωπαϊκών τραπεζών παρουσίασαν επίσης αύξηση, με την προσθήκη της CaixaBank.
Οι τράπεζες της Ευρώπης εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν τη μεγαλύτερη παροχή χρηματοδότησης πλοίων, με το 52% των 40 κορυφαίων τραπεζών, χορηγώντας δάνεια ύψους 152 δισ. δολ. Οι ασιατικές και οι αυστραλιανές τράπεζες υποχώρησαν, κυρίως λόγω της συγκέντρωσής τους στη χρηματοδότηση μέσω leasing. Οι ιαπωνικές τράπεζες εξακολουθούν να κατέχουν το 22% του χαρτοφυλακίου των 40 κορυφαίων τραπεζών. Οι ΗΠΑ παραμένουν σε σταθερά επίπεδα.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Petrofin Research, ο συνολικός παγκόσμιος τραπεζικός δανεισμός όλων ανέρχεται σε περίπου 400 δισ. δολ., δηλαδή περίπου το 60% του συνολικού παγκόσμιου χρηματοδοτικού όγκου για πλοία. Πέρυσι το ποσοστό αυτό ήταν 62%.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Petrofin, η συνολική χρηματοδότηση πλοίων, συμπεριλαμβανομένων όλων των μορφών δανεισμού, χρηματοδοτικής μίσθωσης, χρηματοδότησης εξαγωγών και εναλλακτικών παρόχων, υπολογίζεται περίπου στα 625 δισ. δολ.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η Clarkson εκτιμά την αξία του παγκόσμιου στόλου σε 2 τρισ. δολ.
Στην 8η θέση ο Πειραιάς στην κατάταξη των παγκόσμιων ναυτιλιακών κέντρων
Η Σιγκαπούρη, για 12η συνεχή χρονιά, αναδείχθηκε ως το κορυφαίο ναυτιλιακό κέντρο στον κόσμο, επιτυγχάνοντας βαθμολογία 99,50 στα 100. Ο Πειραιάς και η Αθήνα υποχώρησαν μία θέση και έπεσαν από την έβδομη στην όγδοη στην παγκόσμια κατάταξη. Να υπενθυμίσουμε ότι το 2019 βρίσκονταν στην 10η θέση και το 2022 ανέβηκαν στην 9η θέση και το 2023 στην 8η θέση.
Το 2024 αναρριχήθηκαν στην 7η θέση για να επανέλθουν εφέτος στην 8η θέση. Αλλη μία χρονιά το Baltic Exchange, σε συνεργασία με το Πρακτορείο Ειδήσεων Xinhua, γνωστοποίησε την Εκθεση Xinhua – Baltic International Shipping Centre Development Index (ISDI) 2025.
Η ετήσια έκθεση, η οποία διανύει πλέον το 12ο έτος της, κατατάσσει τα κορυφαία ναυτιλιακά κέντρα στον κόσμο με βάση μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση λιμενικών παραγόντων, επαγγελματικών επιχειρηματικών υπηρεσιών και γενικού ναυτιλιακού περιβάλλοντος.
Το Λονδίνο εξασφάλισε για άλλη μια φορά τη δεύτερη θέση με βαθμολογία 81,02, αποδεικνύοντας τη συνεχή εξέχουσα θέση του ως δύναμη στον τομέα των ναυτιλιακών υπηρεσιών υποστήριξης των ναυτιλιακών εταιριών. Η Σαγκάη, με βαθμολογία 81,01, διατήρησε την τρίτη θέση, υπογραμμίζοντας τον σημαντικό ρόλο της ως σημαντικής πόλης λιμάνι στην Ασία.
Το Λονδίνο και η Σαγκάη έχουν διατηρήσει τις θέσεις τους στον δείκτη τα τελευταία πέντε χρόνια. Το Χονγκ Κονγκ (80,77) και το Ντουμπάι (75,97) συμπληρώνουν την πρώτη πεντάδα, τονίζοντας τη δύναμη και τη σημασία αυτών των βασικών παγκόσμιων ναυτιλιακών κόμβων.
Το Ρότερνταμ εδραίωσε τη θέση του ως ηγέτη στην Ευρώπη, διατηρώντας την ισχυρή έκτη θέση του από το 2024 έως το 2025. Η Ningbo Zhoushan, ο Πειραιάς και η Αθήνα αντάλλαξαν θέσεις φέτος, με τη Ningbo Zhoushan να ανεβαίνει στην έβδομη θέση και τον Πειραιά και την Αθήνα να καταλαμβάνουν την όγδοη θέση, ενώ το λιμάνι του Hamburg παραμένει σταθερά στην ένατη θέση.
Η Νέα Υόρκη/Νιου Τζέρσεϊ συμπληρώνει την πρώτη δεκάδα λόγω της ισχυρής διακίνησης φορτίου, παρά τις σημαντικές διακοπές λειτουργίας και τις απεργίες, των συνεχιζόμενων επενδύσεων σε λιμενικές υποδομές και του ηγετικού της ρόλου ως παγκόσμιου κέντρου για τη χρηματοδότηση της ναυτιλίας και τις ναυτιλιακές υπηρεσίες.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ (18 ΙΟΥΛΙΟΥ 2025)