Σε μια περίοδο κατά την οποία η Ευρώπη καταγράφει διαφοροποιημένες μακροοικονομικές πορείες μετά την πανδημία του 2020–2022, η Ελλάδα ξεχωρίζει θετικά, σύμφωνα με ανάλυση της S&P Global Ratings. Ο διεθνής οίκος αξιολόγησης σημειώνει πως η χώρα μας συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνες που όχι μόνο ανέκαμψαν, αλλά ενίσχυσαν τη δημοσιονομική τους θέση.
Η έκθεση επισημαίνει ότι το σοκ της πανδημίας δεν είχε τις ίδιες συνέπειες σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Σε αντίθεση με την αρχική εκτίμηση για γενικευμένη επιβάρυνση των δημόσιων οικονομικών, αρκετές χώρες –ανάμεσά τους η Ελλάδα, η Κροατία, η Κύπρος, η Ιταλία και η Πορτογαλία– κατέγραψαν αναβαθμίσεις στις πιστοληπτικές τους αξιολογήσεις, ένδειξη βελτιωμένης δημοσιονομικής ευστάθειας.
Όπως αναφέρουν οι αναλυτές της S&P, «οι περισσότερες ευρωπαϊκές οικονομίες με ισχυρό τομέα υπηρεσιών εξήλθαν της κρίσης οικονομικά ισχυρότερες και με μεγαλύτερη διαφοροποίηση. Οι εγχώριες αγορές τους έχουν ανακάμψει, ενώ βελτιώθηκε και το ισοζύγιο πληρωμών».
Ο δείκτης που χρησιμοποιούν για να πιστοποιήσουν την εικόνα αυτή είναι η μεταβολή του ονομαστικού ΑΕΠ έναντι της μεταβολής του ονομαστικού χρέους από το 2019 (την τελευταία χρονιά πριν από την πανδημία) έως το 2024.
Ενώ μέρος της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ τα τελευταία πέντε χρόνια αντανακλά την εκτόξευση του ανεπιθύμητου πληθωρισμού, η αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, μαζί με βελτιώσεις στην μέση ωρίμανση των χρεών των ευρωπαϊκών κρατών έχει ωφελήσει τα δημόσια οικονομικά.
Όπως γράφει η S&P, ειδικά στην Κύπρο, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Δανία και την Ελλάδα, η ανάκαμψη του ΑΕΠ έχει υπερβεί την αύξηση του χρέους κατά τουλάχιστον 20%.
Για την Ελλάδα, η διαφορά ανέρχεται στις 21,7 ποσοστιαίες μονάδες, καθώς το ονομαστικό ΑΕΠ αυξήθηκε στο διάστημα 2019 – 2024 κατά 28,3%, ενώ το ονομαστικό χρέος κατά 6,6%.
Σημειώνοντας ότι η τάση αυτή διαπιστώθηκε κυρίως σε χώρες με οικονομίες στραμμένες προς τις υπηρεσίες, η S&P επισημαίνει ότι «ένας μεγάλος εξαγωγέας τουρισμού, η Ελλάδα, αναβαθμίστηκε εφέτος, καθώς το ονομαστικό ΑΕΠ αυξήθηκε τέσσερις φορές γρηγορότερα από τη συσσώρευση δημοσίου χρέους».
Αντίθετα, σε άλλες περιπτώσεις, οι δημοσιονομικές πολιτικές των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων οδήγησαν σε ταχύτερη αύξηση του χρέους έναντι της αξίας του ΑΕΠ.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, η αύξηση του γαλλικού χρέους ήταν υπερδιπλάσια από τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ της χώρας. Ταχύτερο ρυθμό συσσώρευσης χρέους εμφανίζουν επίσης η Σλοβακία, η Φινλανδία, η Λετονία, η Μάλτα, η Αυστρία, η Γερμανία, το Βέλγιο και η Ισπανία.
ΑΜΥΝΤΙΚΕΣ ΔΑΠΑΝΕΣ
Για το επόμενο διάστημα, η S&P υπογραμμίζει ότι η δέσμευση των ευρωπαϊκών μελών του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις βασικές αμυντικές δαπάνες στο 3,5% του ΑΕΠ έως το 2035, θα αποτελέσει ένα ακόμη δημοσιονομικό βάρος. Οι εκτιμήσεις της μιλούν για μέση αύξηση στους δείκτες χρέους προς ΑΕΠ κατά 6,7% του ΑΕΠ (σε αυτή την «άσκηση» δεν έχει συμπεριληφθεί η Ελλάδα).
Μάλιστα, ο οίκος τονίζει ότι σε τρεις περιπτώσεις, οι αυξήσεις του χρέους θα υπερβούν το 10% του ΑΕΠ, εάν δεν υπάρξουν αντισταθμιστικά μέτρα ή υψηλότερη ανάπτυξη, κυρίως λόγω του χαμηλού σημείου εκκίνησης των αμυντικών δαπανών το 2025. Οι χώρες αυτές είναι η Ιταλία, η Ισπανία και το Βέλγιο.
ΟΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
Η S&P περιμένει ανάπτυξη 2,3% για την ελληνική οικονομία εφέτος, και ρυθμούς 2,5% το 2026, 2,3% το 2027 και 2,1% το 2028. Οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν τις σταθερές οικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές της Ελλάδας έναντι των υψηλών αποθεμάτων εξωτερικού και δημόσιου χρέους.
Ο οίκος αξιολογεί τη χώρα μας με BBB και σταθερές προοπτικές και δηλώνει ότι θα μπορούσε να προχωρήσει σε αναβάθμιση εάν οι εξωτερικές ανισορροπίες της Ελλάδας βελτιωθούν σημαντικά. Για παράδειγμα, αυτό θα μπορούσε να συμβεί εάν διαπιστωθεί μείωση της εξάρτησης της οικονομίας από τις εισαγωγές. μία αναβάθμιση θα μπορούσε, επίσης, να είναι αποτέλεσμα μιας σημαντικής μείωσης του εξωτερικού χρέους, μεγάλο μέρος του οποίου είναι δημόσιο.
Αντίθετα, μία σημαντική επιδείνωση στις δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας, θα μπορούσε να φέρει υποβάθμιση της αξιολόγησης.