Εργασιακά: Ευσεβής πόθος ο «έντιμος συμβιβασμός»

Εάν το ΔΝΤ δεν «νερώσει το κρασί» του, το Υπουργείο Εργασίας θα οπισθοχωρήσει για ακόμη μία φορά από τις «κόκκινες γραμμές» του

 

Καθώς το σενάριο μιας τεχνικής συμφωνίας απομακρύνεται όλο και περισσότερο, ιδίως μετά την άκαρπη τηλεδιάσκεψη του Σαββάτου αλλά και τις «δύσκολες» επαφές της υπουργού Εργασίας Έφης Αχτσιόγλου στις Βρυξέλλες, και με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να εμμένει στην σκληρή στάση του σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις στα Εργασιακά, η ελληνική κυβέρνηση ποντάρει πλέον σε μια πολιτική συμφωνία –χωρίς όμως ν’ αποκλείει την εύλογη απαίτηση των δανειστών για λήψη νέων μέτρων.

 

Αυτό βεβαίως δεν συνάδει με τα περί «εντίμου συμβιβασμού» που μήνες τώρα επικαλείται η κυβέρνηση Τσίπρα, ενώ είναι προφανές πως, εάν το ΔΝΤ δεν «νερώσει το κρασί» του, το Υπουργείο Εργασίας θα αναγκαστεί να οπισθοχωρήσει για ακόμη μία φορά από τις «κόκκινες γραμμές» του.

 

Συγκεκριμένα το ΔΝΤ επιμένει:

 

– Να αυξηθούν τα όρια των απολύσεων από 5% σε 10% μηνιαίως. Οι εκπρόσωποι της ΕΕ μπορεί να χρησιμοποιούν πιο ήπια ρητορική αλλά δεν έχουν διαχωρίσει τη θέση τους στο θέμα των απολύσεων. Ενδεικτικό είναι ότι ο Ευρωπαίος επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί ξεκαθάρισε ότι βρίσκονται σε αναζήτηση λύσεων από κοινού με το ΔΝΤ.

 

Η κυβέρνηση διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι δεν θα δεχθεί την αύξηση, αν και πληροφορίες λένε ότι μπορεί να δεχθεί αύξηση της τάξεως του 7% προκειμένου να κλείσει η συμφωνία.

 

– Να καταργηθεί το υπουργικό βέτο για την έγκριση των απολύσεων και  να αντικατασταθεί με ένα σύστημα απλής ειδοποίησης του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ) από τον εργοδότη και έναν έλεγχο νομιμότητας.

 

Στο σημείο αυτό η πρακτική που ισχύει σε όλη την ΕΕ λειτουργεί σε βάρος των ελληνικών επιδιώξεων. Στην ΕΕ δεν υφίσταται πουθενά κυβερνητική παρέμβαση για έγκριση ομαδικών απολύσεων. Ωστόσο η ελληνική πλευρά ζητά  ουσιαστικό και όχι διαδικαστικό προέλεγχο της νομιμότητας,  καθώς και έλεγχο των οικονομικών στοιχείων βάσει των οποίων η επιχείρηση για να διατηρηθεί εν ζωή, προσφεύγει στις ομαδικές απολύσεις. Είναι φανερό ότι ο τρόπος του ελέγχου αποτελεί κομβικό σημείο της συμφωνίας, καθώς θα κρίνει και το «εύρος» της απελευθέρωσης των ομαδικών απολύσεων.

 

– Να μην επανέλθουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμβάσεις, όπως και όλα τα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν στην αγορά εργασίας το 2012. Οι Ευρωπαίοι άνοιξαν παράθυρο συζήτησης για τις διαπραγματεύσεις αλλά τηρούν παράλληλα επιφυλακτική στάση καθώς θέλουν να παραμείνει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα.

 

Η υπουργός Αχτσιόγλου, σχετικά με την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, τόνισε ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να εξακολουθήσει να βρίσκεται σε μια ιδιότυπη κατάσταση εξαίρεσης από το ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο.

 

Στο πλευρό της και ο πρόεδρος της ομάδας των Σοσιαλιστών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Τζιάνι Πιτέλα που δήλωσε ότι ««οι συλλογικές συμβάσεις είναι ένα σημαντικό κεκτημένο, το οποίο πρέπει να εφαρμοστεί και στην Ελλάδα».

 

Άλλωστε και στο πρώτο προσχέδιο συμφωνίας της 18ης Νοεμβρίου γίνεται ρητή αναφορά στην υποχρέωση της ελληνικής κυβέρνησης να αναπτύξει σε συνεννόηση με τους θεσμούς και τους κοινωνικούς εταίρους ένα «αξιόπιστο διοικητικό σύστημα» που θα ελέγχει την αντιπροσωπευτικότητα των κλαδικών συμβάσεων. Αυτό ερμηνεύθηκε και ως «παράθυρο» για την μελλοντική επαναφορά της επέκτασης των κλαδικών υπό αυστηρές προϋποθέσεις.

 

Υλοποιώντας τον όρο της συμφωνίας το υπουργείο Εργασίας υποστηρίζει ότι έχει μηχανισμό, μέσω του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ  να ελέγξει την αντιπροσωπευτικότητα των κλαδικών συμβάσεων, ώστε να δοθεί το «πράσινο φως» για να επανέλθει η δυνατότητα επέκτασής τους. Η ατζέντα των Ελλήνων διαπραγματευτών περιελάμβανε επίσης την επαναφορά της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης για τον εργαζόμενο σε περίπτωση κλαδικής και επιχειρησιακής σύμβασης, αιτήματα που έχουν απορρίψει οι δανειστές. Ως συμβιβαστική λύση συζητιέται να γίνει αποδεκτή η πρόταση της επιτροπή εμπειρογνωμόνων  για πρόβλεψη συγκεκριμένων προϋποθέσεων, βάσει των οποίων δεν θα ισχύει η ευνοϊκότερη ρύθμιση.

 

Οι δανειστές φέρονται να έχουν αποδεχθεί επίσης την 6μηνη επέκταση της μετενέργειας των συμβάσεων αντί της 3μηνης που ισχύει σήμερα.

 

Οι θεσμοί τέλος ζητούν να συσταθεί ειδική επιτροπή η οποία έως τον Ιούνιο του 2017 θα παραδώσει πόρισμα για την εφαρμογή της υποχρεωτικής διαιτησίας. Υπενθυμίζουμε ότι με απόφαση του ΣτΕ επανήλθε η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής (συνδικάτα) στον ΟΜΕΔ. Οι δανειστές ωστόσο επιμένουν να τεθούν περιορισμοί στην άσκηση αυτής της δυνατότητας.

- Διαφήμιση -
spot_img

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

spot_img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ