Μόλις το 0,4% του συνολικού στεγαστικού αποθέματος στην Ελλάδα διατίθεται αποκλειστικά για βραχυχρόνιες μισθώσεις, σύμφωνα με νέα μελέτη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ), η οποία δημοσιεύθηκε σήμερα. Το εύρημα αυτό καταρρίπτει εν μέρει την ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι η πλατφόρμα Airbnb αποτελεί τον κύριο παράγοντα ανόδου των τιμών στην αγορά κατοικίας.
Η μελέτη υπογραμμίζει ότι η διαθεσιμότητα στέγασης επηρεάζεται πολύ λιγότερο από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις σε σύγκριση με τα περίπου 2,28 εκατομμύρια κενά σπίτια που καταγράφονται αυτή τη στιγμή στη χώρα. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στη διαχείριση αυτών των κενών κατοικιών και όχι αποκλειστικά στις πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Παράλληλα, η οικονομική επίδραση της Airbnb στην ελληνική οικονομία είναι σημαντική. Όπως επισημαίνεται, το 2023 η δραστηριότητα μέσω της πλατφόρμας δημιούργησε οικονομική αξία ύψους 3,25 δισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ υποστήριξε πάνω από 100.000 θέσεις εργασίας σε όλη τη χώρα.
Η μελέτη εξετάζει τόσο τα οικονομικά οφέλη όσο και τον αντίκτυπο των βραχυχρόνιων μισθώσεων σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις αποτελούν βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας καθώς έχουν εξελιχθεί σε σημαντικό και δομικό στοιχείου του ελληνικού τουριστικού και καταλυματικού οικοσυστήματος. Το 2023, η συνεισφορά τους στο ΑΕΠ της Ελλάδας εκτιμάται μεταξύ 4,5% και 5,4%. Πρόκειται, επομένως, όχι απλά για μια εξειδικευμένη αγορά, αλλά για έναν στρατηγικό παράγοντα που συμβάλλει στην εθνική οικονομική παραγωγή, τα δημόσια έσοδα και την περιφερειακή τουριστική ανάπτυξη.
Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις αποτελούν μια ευέλικτη λύση για την κάλυψη της αυξημένης ζήτησης στον τουρισμό, διαδραματίζοντας ζωτικό ρόλο στην απορρόφηση του κύματος ζήτησης, ιδιαίτερα τους μήνες αιχμής του καλοκαιριού, όταν η πληρότητα των ξενοδοχείων ξεπερνάει συχνά το 90%.
Τα ευρήματα δείχνουν επίσης ότι σε ιστορικές πόλεις όπως η Αθήνα, οι καταχωρήσεις βραχυχρόνιων μισθώσεων συγκεντρώνονται κυρίως στο κέντρο της πόλης. Παρόλα αυτά, τα ποσοστά κενών κατοικιών παραμένουν σημαντικά υψηλά, καθώς το 1,1% των κατοικιών στο κέντρο της πρωτεύουσας διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση, ενώ το ποσοστό κενών κατοικιών ξεπερνά το 25%. Επιπλέον το 98% των ατομικών οικοδεσποτών στην Ελλάδα διαχειρίζεται ένα ή δύο ακίνητα, με μέσο μηνιαίο εισόδημα από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις να ανέρχεται στα 628 ευρώ ανά ακίνητο.
Η Valentina Reino, Υπεύθυνη Πολιτικής για την Airbnb στην Ελλάδα δήλωσε: “Τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης (STR) αποτελούν βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας και ζωτική πηγή εισοδήματος για εκατοντάδες χιλιάδες οικοδεσπότες. Σύμφωνα με τα ευρήματα πρόσφατης μελέτης, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις δεν ευθύνονται για τη στεγαστική κρίση στη χώρα μας. Αντιθέτως, συμβάλλουν στην αναζωογόνηση γειτονιών, απορροφώντας τις περιόδους τουριστικής αιχμής και κατανέμοντας τον τουρισμό εκτός σεζόν και εκτός των πολυσύχναστων προορισμών, σε περιοχές όπου δεν υπάρχουν ξενοδοχεία. Ο περιορισμός των βραχυχρόνιων μισθώσεων χωρίς τεκμηριωμένα στοιχεία θα έχει αρνητικές συνέπειες τόσο τους Έλληνες πολίτες όσο και την τοπική οικονομία.”.
O καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεώργιος Δουκίδης, δήλωσε: “Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις στην Ελλάδα αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της ελληνικής τουριστικής βιομηχανίας, με σημαντική συμβολή στην Εθνική οικονομία και την υποστήριξη πολλών χιλιάδων θέσεων εργασίας, ενώ καλύπτουν τις αυξανόμενες ανάγκες για φιλοξενία σε όλη την επικράτεια παρέχοντας απαραίτητες εναλλακτικές διαμονής για τους ξένους αλλά και Έλληνες τουρίστες. Η συντριπτική πλειοψηφία των παροχών είναι ιδιώτες με μια καταχώριση που παρέχει ένα μικρό αλλά κρίσιμο εισόδημα σε πολλές χιλιάδες ελληνικές οικογένειες. Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις αντιπροσωπεύουν μόνο το 2,9% του συνολικού αριθμού κατοικιών και δεν έχουν σημαντική επίδραση στη προσφορά στέγης.”.
Η Airbnb καλεί τους αρμόδιους φορείς χάραξης πολιτικής να αξιοποιήσουν τεκμηριωμένες, βασισμένες σε δεδομένα, μεθόδους για τον εντοπισμό περιοχών με αυξημένη δραστηριότητα βραχυχρόνιων μισθώσεων και να προχωρήσουν σε στοχευμένες ρυθμίσεις που λαμβάνουν υπόψη τους διαφορετικούς τύπους οικοδεσποτών και τις ανάγκες κάθε τοπικής κοινότητας. Όπως επισημαίνει η μελέτη, τέτοιες παρεμβάσεις θα διασφαλίσουν ότι οι τοπικές κοινωνίες θα συνεχίσουν να αποκομίζουν οικονομικά οφέλη από τις βραχυχρόνιες μισθώσεις, χωρίς να διαταράσσεται η ισορροπία στην αγορά κατοικίας.
Τα αποτελέσματα της μελέτης είναι διαθέσιμα στο κοινό στην ιστοσελίδα της Airbnb για όσους επιθυμούν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα ευρήματα και τις προτεινόμενες ρυθμιστικές προτάσεις.