Το Εμπορικό Δικαστήριο στο Μανχάταν αποφάνθηκε ομόφωνα ότι οι περισσότεροι από τους δασμούς που επέβαλε ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ παραβιάζουν τη σχετική νομοθεσία. Η υπόθεση κατατέθηκε από πολιτείες υπό Δημοκρατική ηγεσία και μικρές επιχειρήσεις, που υποστήριξαν ότι η κυβέρνηση Τραμπ έκανε κατάχρηση του νόμου περί εκτάκτων αναγκών για να εφαρμόσει εκτεταμένους εμπορικούς δασμούς.
Η απόφαση δίνει περιθώριο δέκα ημερών στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση να συμμορφωθεί, χωρίς να διευκρινίζονται συγκεκριμένα βήματα για την άρση των μέτρων. Οι δασμοί που αφορά περιλαμβάνουν εκείνους που επιβλήθηκαν σε προϊόντα από την Κίνα και άλλες χώρες, καθώς και τιμολόγια σχετιζόμενα με την αντιμετώπιση της φαιντανύλης. Δεν επηρεάζονται οι δασμοί που βασίζονται σε άλλες εξουσίες, όπως αυτοί που αφορούν το χάλυβα και το αλουμίνιο.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα ασκήσει έφεση. Η τελική ετυμηγορία ενδέχεται να κριθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Μέχρι τότε, η απόφαση αναστέλλει την ισχύ των συγκεκριμένων δασμών, εκτός αν το εφετείο επιτρέψει την προσωρινή διατήρησή τους.
Οι αγορές αντέδρασαν θετικά: οι χρηματιστηριακοί δείκτες σημείωσαν άνοδο, με τον Nasdaq 100 να καταγράφει ενίσχυση έως και 2,1%.
Η απόφαση εκδόθηκε υπό τη μορφή συνοπτικής κρίσης (summary judgment), δηλαδή χωρίς τη διεξαγωγή πλήρους δίκης, και θεωρείται σημαντική για τον περιορισμό των εξουσιών του προέδρου σε θέματα εμπορικής πολιτικής.
Το δικαστήριο έκρινε ότι ο νόμος περί Διεθνών Οικονομικών Εξουσιών Κατά τη Διάρκεια Εκτάκτων Αναγκών (IEEPA), τον οποίο επικαλέστηκε η κυβέρνηση Τραμπ, δεν δικαιολογεί τη χρήση δασμών για την προώθηση εμπορικών στόχων, όπως η επαναδιαπραγμάτευση συμφωνιών. Η σύνθεση του δικαστικού πάνελ, που περιλάμβανε δικαστές διορισμένους από τρεις διαφορετικούς προέδρους, προσέδωσε επιπλέον κύρος στην απόφαση.