Το δίκιο τους στην Τράπεζα της Ελλάδος αναζητούν 36 υποθέσεις πολιτών από τη Ρόδο, για καταχρηστικές συμπεριφορές από funds. Μάλιστα, ο δικηγόρος Ρόδου κ. Μάνος Τεχνίτης, προσέφυγε με επίσημη καταγγελία για αυτά τα περιστατικά, στην οποία περιγράφονται σωρεία καταχρηστικών, παραπλανητικών και αδιαφανών πρακτικών από γνωστά funds και εταιρείες διαχείρισης δανείων, που λειτουργούν υπό το καθεστώς του ν. 4354/2015.
Η καταγγελία αποτελεί «κραυγή αγωνίας» για την προστασία των δανειοληπτών που προσπαθούν με κάθε τρόπο να ρυθμίσουν τις οφειλές τους με αξιοπρέπεια, συναντώντας μπροστά τους παράνομες και καταχρηστικές συμπεριφορές από τα funds.
Συνολικά, η επιστολή απαριθμεί 36 διαφορετικά περιστατικά πολιτών μας από τη Ρόδο, τα οποία καταγράφηκαν μέσα από τη νομική πρακτική του συντάκτη-δικηγόρου. Όπως διευκρινίζεται, τα περιστατικά αυτά είναι ενδεικτικά μόνο ενός μικρού μέρους των περιπτώσεων που έχει αντιμετωπίσει το δικηγορικό γραφείο και επιλέχθηκαν για να αποτυπωθεί η γενικευμένη εικόνα της καταχρηστικότητας.
Οι περιγραφές των περιστατικών, όπως τα καταγγέλλει στην ΤτΕ ο κ. Τεχνίτης, σοκάρουν και αφορούν μεταξύ άλλων αυθαίρετες απορρίψεις αιτήσεων στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, διπλές κοινοποιήσεις διαταγών πληρωμής σε ενεργές ρυθμίσεις, λανθασμένες εγγραφές χρεών στις πλατφόρμες αλλά και άρνηση επικοινωνίας με εξουσιοδοτημένους δικηγόρους.
Μία από τις καταγγελίες αφορά γνωστή εταιρεία διαχείρισης, της οποίας η πρακτική αντιμετώπιση αιτημάτων ρύθμισης οφειλών περιγράφεται ως καταχρηστική και παρελκυστική.
Σε χαρακτηριστική περίπτωση, η εταιρεία απέρριψε αίτηση στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης του ν. 4738/2020 με το αιτιολογικό ότι δεν συμμετείχε ο εγγυητής – πεθερός του αιτούντος – παρά το γεγονός ότι αυτός έπασχε από άνοια, με σχετική ιατρική βεβαίωση να έχει κατατεθεί στον φάκελο (!). Όπως επισημαίνεται, η απουσία του εγγυητή δεν επηρέαζε ουσιαστικά την πορεία της διαδικασίας και η επίκληση της μη συμμετοχής του, υπό αυτές τις συνθήκες, φανερώνει πως η νομιμότητα επικαλείται από την εταιρεία επιλεκτικά, μόνο όταν συνάδει με τα συμφέροντά της.
Ο οφειλέτης, σε νέα προσπάθεια, επιδίωξε να ρυθμίσει τη δανειακή του υποχρέωση μέσω απευθείας διαπραγμάτευσης με την εταιρεία. Παρά την αρχική συμφωνία και τον καθορισμό ραντεβού για την υπογραφή της ρύθμισης, που έγινε με τη μεσολάβηση του κ. Τεχνίτη, του ζητήθηκε τελευταία στιγμή και πάλι η συνυπογραφή του.
Όταν επανέλαβε ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο λόγω της κατάστασης υγείας του, του προτάθηκε – με τρόπο που προκαλεί εύλογες ανησυχίες – να εκχωρήσει μέσω gov.gr εξουσιοδότηση σε τρίτο πρόσωπο, με χρήση των κωδικών taxisnet του εγγυητή(!). Η πρόταση αυτή απορρίφθηκε φυσικά από τον αιτούντα, ως εξόφθαλμα παράνομη.
Σε άλλη υπόθεση, εν μέσω διμερούς διαπραγμάτευσης, οι εκπρόσωποι της εταιρείας άλλαζαν διαρκώς τη στάση τους. Ενώ είχαν οι ίδιοι προτείνει σχέδιο ρύθμισης, επανέρχονταν κάθε δύο εβδομάδες, ζητώντας υψηλότερη προκαταβολή, πάντα μέσα στο χρονικό περιθώριο απάντησης που οι ίδιοι είχαν θέσει. Παράλληλα, προειδοποιούσαν απροκάλυπτα τους οφειλέτες ότι εάν δεν συμμορφωθούν, θα τους κατασχέσουν την πρώτη και μοναδική κατοικία τους.
Η ίδια εταιρεία, σε άλλη περίπτωση, εξέδωσε διαταγή πληρωμής σε οφειλέτη, ενώ ο ίδιος είχε πλέον συνάψει σύμβαση αναδιάρθρωσης από τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών του Ν. 4738/2020 κάτι που αντιτίθεται προς τη διάταξη του άρθρου 19 του Ν. 4738/2020. Πρακτικά, ο οφειλέτης υποχρεώθηκε σε περαιτέρω έξοδα και δικαστικές ενέργειες, προκειμένου να καταθέσει ανακοπή και να δικαιωθεί.
Χρωστούσε 40.000 ευρώ και ζητούσαν 120.000 ευρώ
Άλλη γνωστή εταιρεία φέρεται να ανήρτησε στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών δάνειο ύψους 120.000 ευρώ, ενώ το πραγματικό ύψος της οφειλής – όπως δηλωνόταν σε προγενέστερο εξώδικο και στη διαταγή πληρωμής που εκδόθηκε από την ίδια λίγο καιρό νωρίτερα – ανερχόταν σε περίπου 41.000 ευρώ. Δηλαδή, εμφανίστηκε ποσό σχεδόν τριπλάσιο του πραγματικού για την ίδια και μοναδική οφειλή.
Άκρως καταχρηστική χαρακτηρίζεται η στάση μιας τρίτης, εξίσου πολύ γνωστής, εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων σε υπόθεση οφειλέτριας που προσπάθησε να ενταχθεί στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, ώστε να διασώσει την πρώτη κατοικία της. Η εταιρεία αρνήθηκε να αναγγελθεί στην πλατφόρμα με το αιτιολογικό ότι δεν υπάρχει οφειλή καταχωρημένη στο ΑΦΜ της οφειλέτριας, ενώ την ίδια στιγμή η ίδια εταιρεία της επέδωσε κατασχετήριο, στο οποίο αναγραφόταν το ίδιο ΑΦΜ που δήθεν δεν υπήρχε στα αρχεία της(!).
Η οφειλέτρια υπέβαλε επανειλημμένα αιτήματα διόρθωσης αλλά μάταια. Οι προσπάθειες επικοινωνίας παρέμειναν χωρίς έγκαιρη ανταπόκριση, γεγονός που – όπως επισημαίνεται στην καταγγελία – ενισχύει την εκτίμηση ότι η εταιρεία σκόπιμα απέκλεισε τη δυνατότητα διαπραγμάτευσης, καθότι το επίδικο ακίνητο θεωρήθηκε «ιδιαίτερου επενδυτικού ενδιαφέροντος».
Το αποτέλεσμα αυτής της συνειδητής άρνησης συμμόρφωσης στις διαδικασίες του νόμου ήταν τραγικό: το ακίνητο εκπλειστηριάστηκε, με την υπερθεματίστρια να είναι εταιρεία που συνδέεται με την εταιρεία ειδικού σκοπού στην οποία είχε μεταβιβαστεί η απαίτηση.
Απάντηση με … χρονοκαθυστέρηση
Εντύπωση ακόμα προκαλεί και η περίπτωση συνταξιούχου συμπολίτισσάς μας, με σοβαρά προβλήματα υγείας, στην οποία η εταιρεία αυτή πρότεινε ρύθμιση με προκαταβολή 7.000 ευρώ και μηνιαία δόση 500 ευρώ, ποσά που υπερέβαιναν κατά πολύ τις οικονομικές της δυνατότητες. Παρότι είχε εξουσιοδοτήσει δικηγόρο για τις διαπραγματεύσεις, η εταιρεία επέμενε να την καλεί προσωπικά, ασκώντας πίεση και αγνοώντας επιδεικτικά την εξουσιοδότηση.
Αποκορύφωμα -σύμφωνα με την ιστοσελίδα rodiaki.gr- ήταν μια τηλεφωνική επικοινωνία, στην οποία η υπάλληλος της εταιρείας της καταλόγισε ότι προτίμησε να ασκήσει ανακοπή αντί να καταβάλει τα χρήματα στην ίδια την εταιρεία για να «απομειώσει την οφειλή της». Η συμπεριφορά αυτή καταγγέλλεται ως αθέμιτη και εκφοβιστική, πλήρως αντίθετη με τις αρχές του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών.
Από την καταγγελία δεν θα μπορούσε να λείπει και γνωστή εκκαθαρίστρια εταιρεία. Σε μία υπόθεση, ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη ενεργή διαπραγμάτευση και ο οφειλέτης είχε ήδη αποστείλει τα απαιτούμενα έγγραφα, η εταιρεία απάντησε χωρίς αιτιολόγηση ότι η πρόταση απορρίπτεται, χωρίς να καταθέσει καμία αντιπρόταση.
Παρά την αποστολή νέων επιστολών, η εταιρεία συνέχισε να απαντά τυπικά και αρνητικά, αγνοώντας την εξέλιξη της επικοινωνίας και απαντώντας πάνω σε παλαιότερα μηνύματα.
Σε άλλη περίπτωση που αφορά την ίδια εκκαθαρίστρια εταιρεία, οφειλέτης είχε εξασφαλίσει αγοραστή για την εκποίηση προσημειωμένου ακινήτου, με σκοπό την εξόφληση της οφειλής του. Παρά την έγκαιρη αποστολή εξουσιοδότησης από τον πληρεξούσιο δικηγόρο ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2023, η εταιρεία απάντησε 2 μήνες αργότερα, ζητώντας να γίνει γραπτό αίτημα και ότι δεν αρκεί η προφορική επικοινωνία.
Το γραπτό αίτημα, παρότι συνοδευμένο με δικαιολογητικά, έμεινε αναπάντητο για μήνες. Τελικά, μόλις τον Ιούλιο του 2024 ανταποκρίθηκε μετά από εξώδικο (περίπου 10 μήνες αργότερα), ζητώντας εκ νέου πλήθος εγγράφων και τελικά η απαίτηση μεταβιβάστηκε σε άλλο δικαιούχο.
Σε τέλμα εκατοντάδες οφειλέτες για δάνεια σε τράπεζες υπό εκκαθάριση
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η επισήμανση που γίνεται στην καταγγελία, για τον γενικό τρόπο με τον οποίο η εταιρεία χειρίζεται τις απαιτήσεις που διαχειρίζεται στο πλαίσιο εκκαθάρισης πρώην τραπεζικών ιδρυμάτων. Σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, η εταιρεία αποφεύγει συστηματικά να προχωρήσει σε ρυθμίσεις που υπερβαίνουν την πενταετία, επικαλούμενη ως πρόσχημα ότι, ως ειδική εκκαθαρίστρια, οφείλει να περατώσει τη διαδικασία της εκκαθάρισης εντός «εύλογου» χρονικού διαστήματος.
Η πρακτική αυτή έχει ως αποτέλεσμα την απόρριψη σχεδόν όλων των αιτήσεων που υποβάλλονται στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης του ν. 4738/2020, και έχουν ως συντονίστρια πιστώτρια την παραπάνω εταιρεία, κάτι που έφερε σε τέλμα εκατοντάδες οφειλέτες που είχαν δάνεια στην πρώην Τράπεζα Δωδεκανήσου, αφού η στάση της εταιρείας «μπλόκαρε» ολόκληρο τον μηχανισμό, ακόμη και όταν άλλοι πιστωτές εμφανίζονται θετικοί στην πρόταση αναδιάρθρωσης προς τον οφειλέτη.
Στο καταληκτικό της μέρος της καταγγελίας προς την Τράπεζα της Ελλάδος, ο κ. Τεχνίτης τονίζει πως «η εξακολούθηση αυτών των πρακτικών οδηγεί μονάχα στη διόγκωση του ιδιωτικού χρέους και στην περαιτέρω οικονομική εξαθλίωση των οφειλετών, μικρών και μεγάλων, ευάλωτων και μη, αλλά και στην παντελή απώλεια της πίστης αυτών στους μηχανισμούς του κράτους δικαίου».
Παράλληλα, καταγγέλλεται ότι αυξάνεται το διαχειριστικό και οικονομικό κόστος των δικηγόρων, οι οποίοι αναγκάζονται να αναλώνονται σε «συστημικές αστοχίες» και αλλεπάλληλες απόπειρες επικοινωνίας αντί για ουσιαστική νομική εργασία και εξεύρεση πραγματικής λύσης για τους εντολείς τους.
Όπως τονίζει ο κ. Τεχνίτης, η Τράπεζα της Ελλάδος καλείται να ενεργοποιήσει άμεσα τον εποπτικό της ρόλο, -όχι απλώς δειγματοληπτικά αλλά σε ευρεία κλίμακα- αξιοποιώντας το ισχύον νομικό οπλοστάσιο για την επιβολή ελέγχων και κυρώσεων σε εταιρείες που καταπατούν τη νομοθεσία και τη δεοντολογία. Ο Ν. 5072/2023 προβλέπει ρητά δυνατότητα επιβολής διοικητικών προστίμων, διορθωτικών μέτρων και ανάκλησης άδειας σε εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων που παραβιάζουν τις υποχρεώσεις τους απέναντι στους δανειολήπτες. Το ίδιο και ο Κώδικας Δεοντολογίας Τραπεζών, που επιβάλλει σαφείς αρχές διαφάνειας, συνεργασίας και ειλικρίνειας.
Παράλληλα, σύμφωνα με τον Ν. 3758/2009, απαγορεύονται ρητά «παραπλανητικές και πιεστικές πρακτικές», ενώ σε περίπτωση παραβίασης προβλέπεται «εις ολόκληρον ευθύνη δανειστή και εταιρείας ενημέρωσης».
Οι καταγγελίες που ήρθαν στο φως δεν αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά, αλλά ενδείξεις μιας γενικότερης κατάστασης.
*Φωτογραφία αρχείου
Πηγή: newsbreak.gr