Για ανάγκη του διπλασιασμού των επενδύσεων, αλλαγή του κλίματος στη χώρα και διαμόρφωση ευνοϊκού καθεστώτος για την επιχειρηματικότητα κάνει λόγο ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιώργος Προβόπουλος, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Ελευθερία του Τύπου», σημειώνοντας παράλληλα ότι «το μνημόνιο διευκολύνει την ανάπτυξη, αλλά δεν είναι εκείνο το εργαλείο που την εξασφαλίζει».
Εκτιμά ότι η Ελλάδα πρέπει να φτιάξει το δικό της business plan για το θέμα της ανάπτυξης, ενώ εκφράζει την ελπίδα ότι «θα διορθώσουμε τα λάθη μας, διότι τώρα έχουμε πάρει όλα τα επώδυνα μέτρα και είναι κρίμα που δεν έχουμε προλάβει να δούμε το όφελος όλων των επώδυνων μέτρων, γιατί έχουμε χάσει 26% του ΑΕΠ όλα αυτά τα χρόνια».
Iδιαίτερα επικριτικός για όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, υπογραμμίζει ότι καμία δεν πήρε πάνω της την κυριότητα του προγράμματος, αλλά και ότι ούτε η παρούσα, ούτε η προηγούμενη κυβέρνηση εφαρμόζει ένα πρόγραμμα που το πιστεύει.
Κληθείς να απαντήσει εάν αυτό είναι το τελευταίο πρόγραμμα και εάν μπορούμε να μιλήσουμε για τέταρτο μνημόνιο, ο κ. Προβόπουλος απαντά πως «η λογική λέει ότι αυτό θα είναι και το τελευταίο» και ότι «θα πρέπει στα τέλη αυτής της χρονιάς να μπορέσει η χώρα να βγει στις αγορές, διότι από τα μέσα της επόμενης λήγει το πρόγραμμα αυτό.
Προϋπόθεση λοιπόν είναι να μπορέσει η χώρα βγει και να καλύπτει από τις χρηματοδοτικές ανάγκες».
«Η βασική ευθύνη βαραίνει εμάς» απαντά ο κ. Προβόπουλος στο ερώτημα γιατί απέτυχε το πρόγραμμα στην εφαρμογή του, υπενθυμίζοντας την έξοδο από τα μνημόνια άλλων χωρών όπως η Ιρλανδία, η Κύπρος και η Πορτογαλία.
«Αν ψάχνετε για βολικές λύσεις, ότι όλα τα κάνουν στραβά οι ξένοι, δεν ισχύει», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με τις μεταρρυθμίσεις, ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης θεωρεί ότι έγιναν αρκετές, αλλά διευκρινίζει ότι κάποιες δεν εφαρμόστηκαν καθόλου, άλλες αγνοήθηκαν, ενώ αρκετές εξ αυτών δεν ήταν γνήσιες. Επίσης, χαρακτηρίζει προβληματικό τον Δημόσιο τομέα και μιλάει για την ανάγκη αναμόρφωσης του ευρύτερου διοικητικού μηχανισμού της δημόσιας διοίκησης.
Αναφερόμενος στις αποκρατικοποιήσεις μιλά για καθυστερήσεις, χαρακτηρίζει προβληματικό τον δημόσιο τομέα και υπογραμμίζει την ανάγκη αναμόρφωσης του ευρύτερου διοικητικού μηχανισμού, της δημόσιας διοίκησης, την ανάγκη διπλασιασμού των επενδύσεων, την αλλαγή κλίματος στη χώρα, τη διαμόρφωση ευνοϊκού καθεστώτος για την επιχειρηματικότητα, τη φιλική προσέγγιση των επενδυτικών σχεδίων, την κατάργηση των πολυποίκιλων εμποδίων.
Φέρνει, μάλιστα, ως παράδειγμα το παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού, το οποίο επί σειρά ετών ταλαιπωρεί τους επενδυτές: «Βλέπετε ότι πάει και έρχεται με διάφορες υπηρεσίες του κράτους να ανακαλύπτουν δασικά, αρχαιολογικά, δηλαδή γελοία και αστεία πράγματα. Την ίδια στιγμή το που το θέμα της ανάπτυξης είναι κεφαλαιώδους σημασίας».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του, ο κ. Προβόπουλος αναφέρει ότι από το 2009 είχε προειδοποιήσει τον τότε πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Γιώργο Παπανδρέου, για το έλλειμμα, κυρίως το ταμειακό που παρακολουθεί η ΤτΕ. Όπως λέει χαρακτηριστικά, «είχα ενημερώσει και τις δύο κυβερνήσεις, και Παπανδρέου και Καραμανλή» ότι η χώρα έβαινε προς απειλητικές καταστάσεις. Μάλιστα, θεωρεί ότι η Ελλάδα δεν επωφελήθηκε από τα χαμηλά επιτόκια ως μέλος της ευρωζώνης, για να αποπληρώσει μέρος του χρέους της. «Αντιθέτως το πολιτικό σύστημα βρήκε μια ευκαιρία για περισσότερο δανεισμό, περισσότερες παροχές, περισσότερες δαπάνες, με τα οποία κερδίζει ψήφους», δηλώνει χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αναφέρει πως ήταν δέσμια των προεκλογικών της εξαγγελιών και πίστευε στο «κούρεμα» του χρέους. Μάλιστα αναφέρει ότι είχε συμβουλεύσει τον Αλέξη Τσίπρα στα τέλη του 2014, να ξεχάσει τη λέξη «κούρεμα» γιατί δεν πρόκειται να συμβεί. Πάντως θεωρεί ότι η κυβέρνηση καλώς επιμένει στο να υπάρξει λύση για το χρέος. Κατά τον κ. Προβόπουλο όταν μετά τις γερμανικές εκλογές και την λήξη του τρίτου προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, τεθεί προς συζήτηση το θέμα του χρέους, δεν υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να μας χαριστεί, χωρίς προϋποθέσεις, αν και είναι ξεκάθαρος ότι δεν πρόκειται να υπάρξει τέταρτο μνημόνιο, με την έννοια που το γνωρίζουμε.