Απώλειες για τους μικρομεσαίους – Στο απυρόβλητο όσοι δηλώνουν εισοδήματα… επιβίωσης και τα «γερά» πορτοφόλια
Με «όπλο» τις γενικότερες επιπτώσεις των θετικών μέτρων, που αναμένεται να εφαρμοστούν κατά την διετία 2019 – 2020, θα εμφανιστεί η κυβέρνηση στην συζήτηση του πολυνομοσχεδίου στην Βουλή, προκειμένου να καταλαγιάσουν οι αντιδράσεις (σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο) για την κάθετη μείωση στα καθαρά εισοδήματα χαμηλόμισθων και χαμηλοσυνταξιούχων συνεπεία της μείωσης της έκπτωσης φόρου στα 1.250 ευρώ, από τα σημερινά 1.900 ευρώ.
Στην βασική επιχειρηματολογία της κυβέρνησης περιλαμβάνεται η ενεργοποίηση, (εφόσον συντρέξουν οι προϋποθέσεις, δηλαδή πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 2,5% του ΑΕΠ το 2019 ή/ και το 2020) των εξής:
– Μείωσης της εισφοράς αλληλεγγύης μέσα από την εφαρμογή νέας κλίμακας υπολογισμού, η οποία προβλέπει μηδενικό συντελεστή για εισοδήματα έως και 30.000 ευρώ. Αυτό το μέτρο είναι προγραμματισμένο για το 2020.
– Μείωσης του βασικού συντελεστή της κλίμακας υπολογισμού του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων από το 22% στο 20% επίσης από το 2020.
– Χορήγησης του επιδόματος στέγασης και του αυξημένου επιδόματος τέκνων από το 2019.
Σε περίπτωση όμως που δεν επιτευχθούν τα προαναφερόμενα πλεονάσματα, θα εφαρμοστεί αύξηση της παρακράτησης φόρου κατά 650 ευρώ ετησίως για όλους τους φορολογούμενους, εκτός όσων δηλώσουν ετήσιες αποδοχές κάτω των 5.681 ευρώ ετησίως (δηλαδή περίπου ένα εκατομμύριο φορολογούμενοι που καλύπτονται από το νέο αφορολόγητο όριο).
Η ενεργοποίηση των θετικών μέτρων σαφώς θα βελτιώσει την γενική εικόνα της φορολόγησης, καθώς η μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης και η μείωση του συντελεστή φορολογικής κλίμακας, από το 22% στο 20%, θα χαρίσουν μια πρώτη ανάσα στους φορολογούμενους.
Κερδισμένοι και χαμένοι
Την μεγαλύτερη απώλεια εισοδήματος θα υποστούν όσοι δηλώνουν εισοδήματα από μισθούς της τάξεως των 9.000 – 12.000 ευρώ ετησίως, αφού, παρά τη μείωση του βασικού συντελεστή φορολόγησης, θα προκύψει πρόσθετος φόρος της τάξεως των 430 – 470 ευρώ.
Για όσους δηλώνουν εισόδημα από 12.000 έως 22.000 ευρώ, οι απώλειες περιορίζονται αισθητά. Ξεκινούν από τα 410 ευρώ και μειώνονται όσο αυξάνει το εισόδημα. Στις 22.000 ευρώ, η μείωση της επιβάρυνσης από την εισφορά αλληλεγγύης αλλά και η μείωση του πρώτου συντελεστή από το 22% στο 20% υπερκαλύπτουν πλήρως τις απώλειες από τη μείωση του αφορολόγητου.
Πάνω από τις 22.000 ευρώ, η φορολογική επιβάρυνση μειώνεται, παρά τη μείωση του αφορολόγητου. Το όφελος ξεκινάει από 70 – 120 ευρώ για τα εισοδήματα της τάξεως των 23.000 – 25.000 ευρώ ετησίως και φτάνει έως τα 1.300 ευρώ για τα πολύ υψηλά εισοδήματα. Για αποδοχές της τάξεως των 70.000 – 80.000 ευρώ προκύπτει όφελος της τάξεως των 700 ευρώ.
Από τους «χαμένους» χαμηλόμισθους, τις απώλειες θα κατορθώσουν να αναπληρώσουν μόνο όσοι πληρούν τα κριτήρια για αν εισπράξουν είτε το επίδομα ενοικίου (που μπορεί να φτάσει τα 1.200 ευρώ ετησίως) είτε το αυξημένο επίδομα τέκνων.
Απώλειες και οφέλη
Ο συνδυασμός των αρνητικών και των θετικών μέτρων που έχουν δρομολογηθεί θα επιφέρει σημαντικές απώλειες εισοδήματος σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες -κυρίως χαμηλόμισθους χωρίς παιδιά με καλυμμένες τις στεγαστικές τους ανάγκες.
Θα υπάρξουν όμως και κοινωνικές ομάδες για τις οποίες θα προκύψει οικονομικό όφελος. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν ελεύθεροι επαγγελματίες και επιτηδευματίες, φορολογούμενοι που ζουν στο ενοίκιο ή που πληρώνουν στεγαστικό δάνειο, οικογένειες με παιδιά και χαμηλά εισοδήματα, όπως επίσης και φορολογούμενοι με υψηλά εισοδήματα (άνω των 22.000 ευρώ ετησίως), οι οποίοι και θα βγουν κερδισμένοι από τη σημαντική μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης.